Φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising)
Αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising) και σε συνέχεια της ΠΟΛ.1029/2017 εγκυκλίου, με την νέα εγκύκλιο ΔΕΑΦ Β 1017519 ΕΞ 2018, γίνονται γνωστά τα εξής:»1. Με την ως άνω εγκύκλιό μας αντιμετωπίστηκε η περίπτωση σύμβασης δικαιόχρησης (franchising) όπου ο δικαιοπάροχος τυγχάνει να είναι και προμηθευτής των πωλούμενων εμπορευμάτων. Ειδικότερα, διευκρινίστηκε ότι οι κάθε είδους καταβολές δικαιωμάτων προς τον δικαιοπάροχο (franchisor) – προμηθευτή, είτε για μισθώματα για τη χρήση δικαιωμάτων είτε για τη χρήση των επωνυμιών των εμπορευμάτων που λαμβάνει από τον ίδιο, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα του δικαιοδόχου (franchisee) μέσω του κόστους πωληθέντων με τις προϋποθέσεις του άρθρου 22 του ν.4172/2013, καθόσον η καταβολή των υπόψη ποσών εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξαρτήτων επιχειρήσεων με σκοπό την πώληση συγκεκριμένου τύπου προϊόντων ή παροχής υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες (σύμβαση franchising). Για τον σκοπό αυτό, με την ίδια εγκύκλιο διευκρινίσθηκε ότι δεν είναι δυνατή η έκπτωση των αντίστοιχων δαπανών σε περίπτωση έκδοσης χωριστού στοιχείου για τα δικαιώματα αυτά, καθόσον στην περίπτωση αυτή θα υπήρχε το ενδεχόμενο διπλής έκπτωσης, τόσο κατά τον χρόνο καταβολής των δικαιωμάτων όσο και κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων.2. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι σε κάθε περίπτωση μία εταιρεία που εμπορεύεται προϊόντα τα οποία προμηθεύεται τόσο από προμηθευτές (δικαιοπάροχους) προς τους οποίους καταβάλλει δικαιώματα όσο και από τρίτους, οι καταβολές των δικαιωμάτων εκπίπτουν κατά τον χρόνο πώλησης των εμπορευμάτων μέσω του κόστους πωληθέντων. Κατά συνέπεια, η εταιρεία θα πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει σε ποια εμπορεύματα αντιστοιχούν οι καταβολές δικαιωμάτων και σε ποια όχι. Ωστόσο αν αυτό δεν είναι εφικτό και οι εν λόγω καταβολές δεν έχουν ενσωματωθεί εν τέλει στο κόστος πωληθέντων, τα ποσά που εμφανίζονται σε τυχόν χωριστά τιμολόγια θα εκπίπτουν με βάση τις γενικές διατάξεις των άρθρων 22 και 23 περί έκπτωσης των δαπανών.«