Χαιρετισμός του Διοικητή της ΤτΕ Γ. Στουρνάρα στην εκδήλωση με θέμα «Κρίση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις»
Ομιλητής: Γιάννης Στουρνάρας Χαιρετισμός (στα αγγλικά) του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στην εκδήλωση με θέμα «Κρίση και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» που πραγματοποιήθηκε σήμερα στην Τράπεζα της Ελλάδος με την ευκαιρία της δημοσίευσης της έκθεσης του ΕΛΙΑΜΕΠ «Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης (2010-2014)»27/11/2018 – Welcome Speech by Yannis Stournaras Governor of the Bank of Greece at the event «Crisis & structural reforms» organized on the occasion of the publication of ELIAMEP’s study «Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης (2010-2014)»Speaker: Yannis Stournaras It is my great pleasure to welcome you to today’s event, where we will examine the key findings of the study on “Structural reforms in Greece during the crisis (2010-2014)”, commissioned by the Bank of Greece and executed by ELIAMEP. The study attempts to provide a well-documented assessment of the impact of reforms that Greece implemented during the first two adjustment programmes. In more detail, it provides an overview of the planned and adopted reforms, followed by an assessment of the Single Wage System i.e. the first attempt to create a long-overdue unified wage structure for public servants. It then explores the economic impact of selected product market reforms and examines the impact of labour market reforms on unemployment. It concludes with policy recommendations. *** During the crisis, Greece implemented a number of structural reforms that helped bridge the competitiveness gap and create a favourable investment environment. Reforms have been implemented in almost all areas of economic activity, and most importantly in the labour market, the pension system, healthcare, public and tax administration and the financial sector. It is worth noting that over the past several years, according to OECD, Greece ranks as the member country that had the highest response rate to reform recommendations, even more so when adjusting for the difficulty to undertake these reforms in a recessionary environment and in such a short time span. Indeed, when embarking on the reforms, Greece faced two major challenges: (i) its economy was already in recession, whereas difficult reforms should be best undertaken during upswings [especially if they have adverse short-term effects]; and (ii) the timeframe envisaged for the implementation of significant reforms was very tight. Due to the complexity of these reforms, their spillover effects, and the stakeholder consultation, governments usually require many years of preparation to assess the potential impact of such reforms on the economy and choose the best possible policy instruments. Moreover, prioritizing was not given sufficient consideration, resulting in a lack of focus in the reform agenda and a difficult relationship with stabilization policies. For example, strong emphasis was put on reducing fiscal deficits via tax increases while neglecting reforms to the tax administration, to support the fight against tax evasion and broaden the tax base, both of which are admittedly of utmost importance in the case of Greece. Last but not least, sequencing of reforms played a crucial role, in the sense that labour market reforms were prioritized over product and services market reforms, contrary to analysis that suggested that reforms in product markets tend to facilitate or drive reforms in the labour market (1). According to OECD, the existing reforms, along with those envisaged in the programme, are expected to lead to a cumulative increase in real GDP of around 13% within a decade. This effect mainly works via an increase in the total factor productivity. However, there is a fundamental inconsistency relating to time when it comes to the cost-benefit analysis of reform measures: cost is immediate, whereas benefits are only realized in the long term. Thus, the time horizon over which reforms yield measurable outcomes usually exceeds a government’s time horizon. This is a major disincentive for reforms internationally and has played a major role in Greece in recent years. This also explains why some reforms, although legislated, were effectively not fully implemented. In addition, the cost is beared by few but the benefits are reaped by many. However, those few that are directly affected from a reform are vocal in their opposition, while those who benefit in the long run do not advocate the benefits with the same tenacity. These opposing forces may explain the inertia of the status quo. *** Greece completed the financial support and adjustment programmes with a favourable legacy of adopted reforms. And although many things have changed, several reforms still need to be reinforced, given the poor initial conditions. In other words, the performance has been impressive in terms of first differences but, given the initial low level of structural competitiveness, Greece still lags behind its peers. Hence, the reform process must be pursued until the final goal is achieved, i.e. a competitive and dynamic economy that is able to stand on its own two feet. Political and social awareness that the Greek economy cannot return to the previous status quo is widely accepted, after the implementation of three adjustment programmes. I hope that this will suffice to bring about sustained support to reforms among Greek policy makers and Greek citizens. Before giving the floor to the distinguished speakers, please allow me to thank the researchers who have worked for this study, ELIAMEP and its President, Professor Loukas Tsoukalis, and last but certainly not least, Professor Jean Pisany Ferry, who is the keynote speaker today. (1) See, among other, Blanchard and Giavazzi 2003, Boeri 2005,Fiori et al. 2007._______________________Με μεγάλη μου χαρά σας καλωσορίζω στη σημερινή εκδήλωση, όπου θα εξετάσουμε τα βασικά ευρήματα της μελέτης «Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης (2010-2014)», που ανατέθηκε από την Τράπεζα της Ελλάδος και εκτελέστηκε από το ΕΛΙΑΜΕΠ.Η μελέτη επιχειρεί να παράσχει μια τεκμηριωμένη αξιολόγηση των επιπτώσεων των μεταρρυθμίσεων που υλοποίησε η Ελλάδα κατά τα δύο πρώτα προγράμματα προσαρμογής. Αναλυτικότερα, παρέχει μια επισκόπηση των προγραμματισμένων και υιοθετημένων μεταρρυθμίσεων, ακολουθούμενη από αξιολόγηση του συστήματος ενιαίας μισθοδοσίας, δηλ. Την πρώτη προσπάθεια δημιουργίας μιας μακρόπνοης ενιαίας μισθολογικής δομής για τους δημόσιους υπαλλήλους. Εξετάζει έπειτα τον οικονομικό αντίκτυπο των επιλεγμένων μεταρρυθμίσεων της αγοράς προϊόντων και εξετάζει τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας στην ανεργία. Ολοκληρώνεται με συστάσεις πολιτικής.***Κατά τη διάρκεια της κρίσης, η Ελλάδα εφάρμοσε μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συνέβαλαν στη γεφύρωση του χάσματος ανταγωνιστικότητας και στη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος. Οι μεταρρυθμίσεις έχουν τεθεί σε εφαρμογή σε όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας και, κυρίως, στην αγορά εργασίας, το συνταξιοδοτικό σύστημα, την υγειονομική περίθαλψη, τη δημόσια και φορολογική διοίκηση και τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται ως η χώρα μέλος που είχε το υψηλότερο ποσοστό ανταπόκρισης στις μεταρρυθμιστικές συστάσεις, ακόμη περισσότερο όταν προσαρμόστηκε για τη δυσκολία εκτέλεσης αυτών των μεταρρυθμίσεων σε περιβάλλον ύφεσης και σε τέτοια ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Πράγματι, όταν ξεκίνησε τις μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα αντιμετώπισε δύο μεγάλες προκλήσεις: (i) η οικονομία της ήταν ήδη σε ύφεση, ενώ οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις πρέπει να αναληφθούν με τον καλύτερο τρόπο κατά τη διάρκεια της ανάκαμψης [ειδικά αν έχουν αρνητικές βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις]. και (ii) το χρονοδιάγραμμα που προβλεπόταν για την εφαρμογή των σημαντικών μεταρρυθμίσεων ήταν πολύ περιορισμένο. Λόγω της πολυπλοκότητας αυτών των μεταρρυθμίσεων, των επιπτώσεών τους και της διαβούλευσης των ενδιαφερομένων μερών, οι κυβερνήσεις συνήθως απαιτούν πολλά χρόνια προετοιμασίας για να αξιολογήσουν τις πιθανές επιπτώσεις αυτών των μεταρρυθμίσεων στην οικονομία και να επιλέξουν τα καλύτερα δυνατά μέσα πολιτικής.
Επιπλέον, δεν δόθηκε επαρκής προσοχή στην ιεράρχηση προτεραιοτήτων, με αποτέλεσμα την έλλειψη εστίασης στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και μια δύσκολη σχέση με τις πολιτικές σταθεροποίησης. Για παράδειγμα, δόθηκε μεγάλη έμφαση στη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων μέσω των φορολογικών αυξήσεων, παραμένοντας παράλληλα σε μεταρρυθμίσεις στη φορολογική διοίκηση, στη στήριξη της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής και στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, οι οποίες είναι αναμφισβήτητα υψίστης σημασίας στην περίπτωση της Ελλάδας. Τέλος, η σειρά των μεταρρυθμίσεων διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο υπό την έννοια ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας είχαν προτεραιότητα όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών, αντίθετα με την ανάλυση που πρότεινε ότι οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων τείνουν να διευκολύνουν ή να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας 1).Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι υπάρχουσες μεταρρυθμίσεις, μαζί με τις προβλεπόμενες στο πρόγραμμα, αναμένεται να οδηγήσουν σε σωρευτική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά περίπου 13% μέσα σε μια δεκαετία. Αυτή η επίδραση λειτουργεί κυρίως μέσω της αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας του παράγοντα.Ωστόσο, υπάρχει μια βασική ασυνέχεια σχετικά με το χρόνο όσον αφορά την ανάλυση κόστους-οφέλους των μεταρρυθμιστικών μέτρων: το κόστος είναι άμεσο, ενώ τα οφέλη υλοποιούνται μόνο μακροπρόθεσμα. Επομένως, ο χρονικός ορίζοντας κατά τον οποίο οι μεταρρυθμίσεις αποφέρουν μετρήσιμα αποτελέσματα συνήθως υπερβαίνει τον χρονικό ορίζοντα της κυβέρνησης. Πρόκειται για ένα σημαντικό αντικίνητρο για μεταρρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο και έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί ορισμένες μεταρρυθμίσεις, αν και νομοθετημένες, δεν εφαρμόστηκαν πλήρως. Επιπλέον, το κόστος κοστίζει λίγα αλλά τα οφέλη αποκομίζονται από πολλούς. Ωστόσο, εκείνοι οι λίγοι που επηρεάζονται άμεσα από μια μεταρρύθμιση είναι φωνητικοί στην αντίθεση τους, ενώ εκείνοι που ωφελούν μακροπρόθεσμα δεν υποστηρίζουν τα οφέλη με την ίδια επιμονή. Αυτές οι αντίθετες δυνάμεις μπορούν να εξηγήσουν την αδράνεια του status quo.***Η Ελλάδα ολοκλήρωσε τα προγράμματα οικονομικής στήριξης και προσαρμογής με μια ευνοϊκή κληρονομιά των υιοθετημένων μεταρρυθμίσεων. Και παρόλο που πολλά πράγματα έχουν αλλάξει, πρέπει να ενισχυθούν πολλές μεταρρυθμίσεις, δεδομένων των κακών αρχικών συνθηκών. Με άλλα λόγια, οι επιδόσεις ήταν εντυπωσιακές όσον αφορά τις πρώτες διαφορές, αλλά, δεδομένου του αρχικού χαμηλού επιπέδου διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί από τους συνομηλίκους της. Ως εκ τούτου, η διαδικασία μεταρρύθμισης πρέπει να επιδιωχθεί μέχρις ότου επιτευχθεί ο τελικός στόχος, δηλαδή μια ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία που θα μπορεί να αντέξει τα δύο της πόδια. Η πολιτική και κοινωνική ευαισθητοποίηση ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να επανέλθει στο προηγούμενο status quo είναι ευρέως αποδεκτή, μετά την εφαρμογή τριών προγραμμάτων προσαρμογής. Ελπίζω ότι αυτό θα αρκεί για να υπάρξει σταθερή στήριξη στις μεταρρυθμίσεις μεταξύ των υπευθύνων για τη χάραξη πολιτικής και των Ελλήνων πολιτών.Πριν δώσω το λόγο στους διακεκριμένους ομιλητές, παρακαλώ επιτρέψτε μου να ευχαριστήσω τους ερευνητές που εργάστηκαν για τη μελέτη αυτή, τον ΕΛΙΑΜΕΠ και τον Πρόεδρο του, τον καθηγητή Λουκά Τσούκαλη και τον τελευταίο αλλά σίγουρο όχι μόνο τον καθηγητή κ. Jean Pisany Ferry, ο οποίος είναι ο κύριος ομιλητής σήμερα .(1) Βλ., Μεταξύ άλλων, Blanchard and Giavazzi 2003, Boeri 2005, Fiori et al. 2007.