Ενημερωτικός Κόμβος

Η «αξιόλογη» εφάπαξ φορολογία των ευπόρων εν έτει 1949

ΕπιμέλειαΚουλογιάννης Κων/νοςΛογιστής – Φοροτεχνικός
Στα χρόνια της νεοελληνικής ιστορίας έχουν επιβληθεί αναρίθμητοι έκτακτοι αλλά και περίεργοι φόροι, ορισμένους από τους οποίους έχουμε αναδείξει από την στήλη αυτή. Μερικοί εξ αυτών είχαν ως σκοπό την τόνωση των εσόδων για την ανοικοδόμηση του κράτους μετά από πολέμους ή μετά από έκτακτες καταστροφές.

Βρισκόμαστε στις αρχές του έτους 1949 λίγα χρόνια μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου και λίγους μήνες πριν το τέλος του εμφυλίου.  Η χώρα μας προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της από τον πόλεμο και ήδη είχαν ξεκινήσει οι προσπάθειες για την πλήρη ανοικοδόμηση του κράτους. Μεταπολεμικά είχαν επιβληθεί ορισμένοι έκτακτοι φόροι (ΑΝ 431/1945 Περί επιβολής εκτάκτου εισφοράς επί των ασκούντων εμπόριον, βιομηχανίαν, Ν.Δ. 573/1948 Περί κυρώσεως του από 7 Δεκ. 1947 Ν.Δ/τος περί επιβολής εκτάκτου πολεμικής εισφοράς. κλπ)  οι οποίοι είχαν σκοπό την ανοικοδόμηση του κράτους.  Δυστυχώς όμως το κράτος είχε ανάγκη από περισσότερα  έσοδα και έτσι τον Φεβρουάριο του 1949 ψηφίστηκε ο Αναγκαστικός νόμος 889/1949 περί της Εφ άπαξ φορολογίας των ευπόρων.

Ο αναγκαστικός νόμος προέβλεπε την φορολογία μιας μεγάλης μερίδας πολιτών (εμπόρους, βιοτέχνες, βιομηχάνους, εφοπλιστές, ελ. επαγγελματίες , λοιπά φυσικά πρόσωπα τα οποία κατείχαν μεγάλη αστική ή αγροτική περιουσία, ομορρύθμους και ετερόρρυθμους εταίρους, διοικητές και γενικούς διευθυντές κατόχους αξιόλογου αριθμού μετοχών ημεδαπών Α.Ε., Ανώνυμες εταιρίες κ.λπ.). Ο νομοθέτης όπως φαίνεται και από τον τίτλο του νόμου αλλά και από τις δηλώσεις σε εφημερίδες της εποχής  του αντιπροέδρου του Υπ.Συμβουλίου είχε σκοπό την φορολόγηση των πλουσίων, ωστόσο τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πολιτών ως ευπόρων και κατά συνέπεια η επιλογή αυτών για την καταβολή του φόρου, δεν ήταν και τόσο ξεκάθαρα στον νόμο όπως θα δούμε πιο κάτω (τουλάχιστον για μερικούς από αυτούς). Προσθέστε επίσης ότι η δομή των επιτροπών που θα κατάρτιζαν τους καταλόγους τροποποιήθηκε αρκετές φορές για να μπορέσει να φέρει εις πέρας το έργο της.

Η φορολογία βάρυνε τόσο τους Έλληνες κατοίκους όσο και τους κατοίκους εξωτερικού που είχαν την ελληνική υπηκοότητα.
Ένα μεγάλο ποσό του φόρου κατανεμήθηκε ανά περιφέρεια
Πρωτοδικείων (δυστυχώς δεν υπήρχε ο Καλλικράτης τότε) και το υπόλοιπο
κατανεμήθηκε στους εφοπλιστές. Το σύνολο του φόρου που θα εισέπραττε το
κράτος άγγιζε τα 200 δις δραχμές ωστόσο κάποια δημοσιεύματα της εποχής ανέβαζαν το ποσό αυτό ακόμα και 250 δις δραχμές.

Τα ανωτέρω ποσά τροποποιήθηκαν φυσικά με μεταγενέστερα νομοθετήματα…
Ποιοι ήταν όμως οι εύποροι της εποχής κατά τον νομοθέτη;

Σύμφωνα με το άρθρο 1, όσοι είχαν αξιόλογον
αστική ή αγροτική περιουσία, όσοι είχαν αξιόλογον ακίνητη περιουσία,
όσοι ασκούσαν αξιόλογον εμπορική ή μεταφορική επιχείρηση, όσοι ασκούσαν
αξιόλογον βιοτεχνική επιχείρηση, και όσοι ιατροί
/δικηγόροι/συμβολαιογράφοι είχαν αξιόλογον πελατεία.

Βέβαια το αξιόλογο αυτό κριτήριο δεν ίσχυε για τους εφοπλιστές, οι οποίοι ήταν κάτοχοι έτσι και αλλιώς αξιόλογων πλοίων…

Στο άρθρο 1 με τον αναγκαστικό νόμο 925 του 1949, μετά την φράση «αγροτικήν περιουσίαν»,  προστέθηκε η φράση «ή αξιόλογον ακίνητη περιουσία».

 
Το άρθρο 3 του αναγκαστικού νόμου ρύθμιζε την κατάταξη των υπόχρεων ανά κλάση και ανά ποσό φόρου.

Το συγκεκριμένο άρθρο τροποποιήθηκε αργότερα και διευρύνθηκαν οι κλάσεις με το Ν.Δ. 1033/1949.

Ο φόρος θα καταβάλλονταν σε 5 δόσεις ενώ το πρόστιμο καθυστέρησης πληρωμής ήταν 5% επί του φόρου ανά μήνα  με ανώτερο ποσό το 50% του φόρου.

Για την επιβολή του φόρου, οι αρμόδιες επιτροπές κατάρτισαν πίνακες με τα ονόματα των υπόχρεων σε φόρο. Οι πίνακες κατέληγαν στον οικονομικό έφορο της έδρας της κάθε επιτροπής και στην συνέχεια τα αρμόδια όργανα ειδοποιούσαν τους υπόχρεους (στην κατοικία τους ή στην έδρα της επιχείρησής τους) για την οφειλή τους.

Καθώς όμως τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και το GDPR δεν ήταν και πολύ της μόδας εκείνα τα χρόνια, οι πίνακες δημοσιεύθηκαν και σε εφημερίδες της εποχής.

Στους πίνακες εμφανίζονται ονόματα γνωστών οικογενειών που συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να δραστηριοποιούνται σε πολλούς τομείς της Οικονομίας.

Όπως συμβαίνει πάντα υπήρχαν και αντιδράσεις σχετικά με την επιβολή του φόρου.

Φυσικά δεν λείπει και το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας.

Αν και αντιδράσεις δεν ήταν και πολύ έντονες ωστόσο η μεγάλη πληγή που δημιούργησε ο συγκεκριμένος φόρος ήταν η ρήξη των σχέσεων κράτους – εφοπλιστών.
Οι εφοπλιστές αντέδρασαν έντομα και πολλοί εξ αυτών αποφάσισαν να μην εισέλθουν στην Ελλάδα για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω  της  άρνησης  τους  να  συμμορφωθούν  με  τον  νόμο  και  η  οποία  θα  τους  επέφερε φυλάκιση.  [Πηγή Χαρλαυτή Τζ. , Ιστορία της Ελληνόκτητης Ναυτιλίας 19ος–20ος Αιώνας , 2001, σελ. 384-391]

Το 1956 με το Νομοθετικό διάταγμα 3518 επήλθαν κάποιες αξιόλογες τροποποιήσεις για την «ανακούφιση» των εφοπλιστών.

Η εφημερίδα Οικονομικός Ταχυδρόμος (Τεύχος 19-7-1956) είδε με «καλό μάτι» τις ρυθμίσεις αυτές.
Τον φόρο αυτό πλήρωσε φυσικά και ο Αρ. Ωνάσης

Για το τέλος να  αναφέρω ότι ο συγκεκριμένος νόμος τροποποιήθηκε με :
1) τον αναγκαστικό νόμο 925 της 5/7 Απρ. 1949 περί τροποποιήσεως του Α.Ν. 889/1949,2) το Βασιλικό Διάταγμα  12/12 Μαΐου 1949 περί τροποποιήσεως διατάξεων του Α.Ν. 889/1949,3) το νομοθετικό διάταγμα 1033 της 2/4 Αυγ. 1949 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Α.Ν. 889/49,
4) το νομοθετικό διάταγμα 1211 της 27 Οκτ. 1949 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων φορολογικών τινων νόμων
5) το νομοθετικό διάταγμα 1218 της 19/29 Οκτ. 1949 περί τροποποιήσεως διατάξεων του Α.Ν. 889/1949,6) τον αναγκαστικό νόμο 1410 της 23/27 Φεβρ. 1950 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των ισχυουσών διατάξεων 1)περί εφ’ άπαξ φορολογίας των ευπόρων κλπ., κυρωθέντος δια του Ν. 1575/50, 7) τον αναγκαστικό νόμο 1522 της 29/29 Οκτ. 1950 περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων φορολογικών τινων νόμων, κυρωθέντος δια του Νόμου 1588/50,8) το Νόμο 2360/1953
9) το νομοθετικό διάταγμα  3518 της 1/4 Αυγ. 1956
——-
Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Κωστή Νιφορόπουλο για την αξιόλογη συμβολή του στην ανεύρεση των εφημερίδων της εποχής μέσα από το πλούσιο και αξιόλογο αρχείο του.

Πηγή: Taxheaven