Ενημερωτικός Κόμβος

Τεκμαρτή δαπάνη ιδιόχρησης: Δεν επηρεάζει το φορολογικό αποτέλεσμα η μη καταχώρησή της στα βιβλία επιχείρησης

Η ΔΕΔ με πρόσφατη απόφασή της έκρινε ότι η παράλειψη καταχώρησης  του συνολικού εισοδήματος από ιδιόχρηση και της αντίστοιχης τεκμαρτής δαπάνης, συνιστά παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας που επισύρει αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 58 του ν. 4174/2013 (περί ανακριβούς υποβολής δήλωσης), ως προς τα πληροφοριακά στοιχεία και σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει το φορολογικό αποτέλεσμα.
Το βασικό σκεπτικό της ΔΕΔ εκτός των άλλων, στηρίχθηκε και στο γεγονός ότι η τιθέμενη στο άρθρο 22 παρ. β του ν. 4172/2013 προϋπόθεση της καταχώρησης της δαπάνης στα τηρούμενα βιβλία προκειμένου αυτή να αναγνωριστεί, αφορά πραγματικές και όχι τεκμαρτές δαπάνες.
Ιστορικό  
Το ΚΕΜΕΠ μετά από έλεγχο σε επιχείρηση, καταλόγισε ως τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση ακινήτων ποσό €297.379,41, ενώ παράλληλα δεν το αναγνώρισε ως ισόποση δαπάνη λόγω του ότι δεν έχει καταχωρηθεί στα τηρούμενα βιβλία της. 
Η επιχείρηση άσκησε ενδικοφανή προσφυγή, και η ΔΕΔ την δικαίωσε.
Τα σημαντικότερα σκεπτικά της απόφασης της ΔΕΔ:
Επειδή το ΣΛΟΤ στην απάντησή του υπ. αριθμ. 781/27-02-2015 στο ερώτημα, «Το τεκμαρτό μίσθωμα (έσοδο) που προκύπτει με βάσει το άρθρο 39 του ν.4172/2013
και το τεκμαρτό μίσθωμα (έξοδο) που εκπίπτει βάσει διατάξεων του ιδίου
νόμου, από ιδιόχρηση ακινήτου νομικού προσώπου, καταχωρείται στα
λογιστικά βιβλία;
Εάν δεν καταχωρηθεί στα βιβλία ούτε το έσοδο ούτε το έξοδο μήπως ο
φορολογικός έλεγχος δεν αναγνωρίσει το έξοδο επειδή δεν έχει γίνει
εγγραφή στα βιβλία (άρθρο 22 του ν.4172/2013);
Εάν καταχωρηθεί στα βιβλία πως θα εμφανιστούν τα ποσά στον ισολογισμό,
δηλαδή το έσοδο θα εμφανιστεί στο κονδύλι άλλα έσοδα και το έξοδο στα
έξοδα διοικητικής λειτουργίας και στα έξοδα διάθεσης ανάλογα ή θα γίνει
συμψηφισμός τους;», αναφέρει τα εξής:
«Τα σχετικά ποσά μπορούν να καταχωρούνται για λόγους εσωτερικής
πληροφόρησης της επιχείρησης σε σχετικούς λογαριασμούς. Ωστόσο, στη
δημοσιοποιούμενη κατάσταση αποτελεσμάτων δεν πρέπει να εμφανίζονται σε
κανένα σημείο της τεκμαρτά κονδύλια. Για τα φορολογικά θέματα αρμόδιο να
απαντήσει είναι το Υπουργείο Οικονομικών.»

Επειδή εξάλλου, σύμφωνα με τη γενικά παραδεκτή λογιστική αρχή
της σχετικότητας, οι λογιστικές καταστάσεις πρέπει να περιέχουν μόνο
όσες πληροφορίες είναι σχετικές και απαραίτητες για την ενημέρωση των
μετόχων, του επενδυτικού κοινού και λοιπών ενδιαφερόμενων για τη
χρηματοοικονομική κατάσταση της εταιρείας.
Επειδή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/23.3.2015 Φορολόγηση του εισοδήματος από
ακίνητη περιουσία μετά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του Κ.Φ.Ε.
(άρθρα 39 και 40 ν.4172/2013) ισχύουν τα ακόλουθα:
«6. Όσον αφορά στον προσδιορισμό του εισοδήματος από ακίνητη
περιουσία που αποκτούν τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα και οι νομικές
οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα του άρθρου 45, τα αλλοδαπά νομικά
πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα που
χαρακτηρίζονται ως φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, καθώς και τα αλλοδαπά
νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα που
διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, έχουν επίσης εφαρμογή οι
διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 39 και επομένως,
εφαρμόζονται τα αναφερόμενα στις παραγράφους 1 και 2 της παρούσας. Το
εισόδημα αυτό, αν και χαρακτηρίζεται εισόδημα από ακίνητη περιουσία
ιδίως για τις ανάγκες υποβολής της δήλωσης πληροφοριακών στοιχείων
μίσθωσης ακίνητης περιουσίας, θεωρείται σε κάθε περίπτωση έσοδο από
επιχειρηματική δραστηριότητα και επομένως, για τις δαπάνες που
πραγματοποιούνται και αφορούν τα ακίνητα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των
άρθρων 22 και 23, σε συνδυασμό και με τις διατάξεις των περιπτώσεων δ’
και στ’ της παραγράφου 3 του άρθρου 39.
Κατά συνέπεια, το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση ή
δωρεάν παραχώρηση γης ή ακινήτου υπόκειται σε φορολογία στο όνομα του
νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας, χωρίς καμία εξαίρεση για αυτό που
προκύπτει από την ιδιοχρησιμοποίηση βιομηχανοστασίων, ξενοδοχείων, κλπ.,
ενώ ειδικά για την περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης εκπίπτει, κατά τον
προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα των παραπάνω
νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, το τεκμαρτό μίσθωμα κατά το
μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της αντικειμενικής
αξίας του ακινήτου, με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης η’ του άρθρου
23 του ίδιου νόμου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού στην περίπτωση
της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά αδιάφορο για τα
νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες.»

Επειδή το ΣΛΟΤ στην απάντησή του υπ. αριθμ. 1239/2016 στο
ερώτημα: «Παρακαλούμε να μας γνωρίσετε εάν για τα τεκμαρτά έσοδα και
έξοδα από ιδιόχρηση ακινήτων πρέπει προς τεκμηρίωση να διενεργείται
λογιστική εγγραφή τόσο στα απλογραφικά όσο και στα διπλογραφικά βιβλία»,
αναφέρει τα εξής:
«1. Από λογιστική σκοπιά, τα τεκμαρτά έσοδα /έξοδα από ιδιόχρηση δεν
επηρεάζουν τα ποσά των κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, και αυτό
αφορά τόσο τα διπλογραφικά βιβλία όσο και τα απλογραφικά βιβλία
(ατομικής επιχείρησης ή εταιρείας). Τα σχετικά ποσά δε λαμβάνονται υπόψη
(συμψηφίζονται μεταξύ τους) και συνεπώς δεν διογκώνουν ούτε τα έξοδα
ούτε τα έσοδα.
2. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα από ιδιοκατοίκηση
έχουν λογιστική βάση 0 (μηδέν) και φορολογική βάση το ποσό που
προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία (άρθρο 39, ν. 4172/2013).
3. Βάσει της περ. (γ) του άρθρου 22 του νόμου 4172/2013,
η έκπτωση δαπανών κατά τον προσδιορισμό εισοδήματος, προϋποθέτει ότι οι
δαπάνες αυτές «εγγράφονται στα τηρούμενα βιβλία απεικόνισης των
συναλλαγών της περιόδου κατά την οποία πραγματοποιούνται και
αποδεικνύονται με κατάλληλα δικαιολογητικά».
4. Ο τρόπος τήρησης των λογιστικών βιβλίων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο «εγγράφονται» οι δαπάνες στην διατύπωση του ν. 4172/2013 υπό (3) ανωτέρω, εξειδικεύεται στο ν. 4308/2014.
Βάσει της παρ. 5 του άρθρου 3 του εν λόγω νόμου, το λογιστικό σύστημα
της οντότητας απαιτείται να παρακολουθεί τόσο τη λογιστική, όσο και τη
φορολογική βάση των στοιχείων των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.
Περαιτέρω, βάσει της παρ. 3.5.1 της ΠΟΛ. 1003/31.12.2014, η
παρακολούθηση της λογιστικής / φορολογικής βάσης (κατά περίπτωση)
«δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο και ασφαλή τρόπο, ώστε να
μπορούν να εξαχθούν οι απαραίτητες πληροφορίες για τη σύνταξη των
χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη σύνταξη των φορολογικών δηλώσεων, και
τη διασφάλιση της δυνατότητας διενέργειας ελέγχων».

5. Βάσει του σημείου (4) ανωτέρω, εφόσον τηρούνται οι αναφερόμενες
εκεί προϋποθέσεις, η επιλογή του τρόπου παρακολούθησης των τεκμαρτών
εξόδων και εσόδων ιδιόχρησης ακινήτων επαφίεται σε απόφαση της
οντότητας, χωρίς να απαιτείται για τη φορολογική βάση η εγγραφή σε
κάποιο ημερολόγιο ή στο βιβλίο εσόδων-εξόδων. Η καταγραφή των σχετικών
ποσών στα διάφορα φορολογικά έντυπα (Ε1, Ε3, κλπ.), τα οποία συνιστούν
μέρος των λογιστικών αρχείων κατά το νόμο 4308/2014 είναι ένας κατάλληλος τρόπος παρακολούθησης δεδομένου ότι διασφαλίζει απολύτως τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων.
6. Εάν η οντότητα επιθυμεί να παρακολουθεί τα τεκμαρτά έξοδα και έσοδα
ιδιόχρησης ακινήτων μέσω του σχεδίου λογαριασμών της, μπορεί να
χρεώνεται κατάλληλος Υπολογαριασμός τεκμαρτού εξόδου των ενοικίων (του
κωδ. 62.04 στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 64.05 στα ΕΛΠ), με
πίστωση του λογαριασμού του τεκμαρτού εσόδου (Υπολογαριασμός του κωδ. 75
στο σχέδιο λογαριασμών του ΕΓΛΣ ή του 71.04 στα ΕΛΠ). Οι σχετικοί
λογαριασμοί ωστόσο απαλείφονται για σκοπούς σύνταξης των λογιστικών
καταστάσεων, δηλαδή δεν προσαυξάνουν αντίστοιχα τα σχετικά έσοδα και
έξοδα.»

 

Επειδή στο έγγραφο της Διοίκησης «ΔΕΑΦ Α 1021369 ΕΞ 2017 Φορολογική μεταχείριση τεκμαρτού εισοδήματος από ιδιόχρηση» ορίζεται ότι:
« 4. Τέλος, σε ό,τι αφορά τη συμπλήρωση του εντύπου Ε3, θα
συμπληρωθούν οι κωδικοί που αφορούν στο καθαρό αποτέλεσμα με λογιστικό
προσδιορισμό και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πίνακα Κ’ (πίνακας
προσωρινών διαφορών μεταξύ φορολογικής – λογιστικής βάσης) θα
υπολογιστούν οι διαφορές μεταξύ Ε.Λ.Π. και φορολογικής βάσης και αφού
ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, θα διαμορφωθούν τα τελικά καθαρά
φορολογητέα κέρδη που θα αναγραφούν στους αντίστοιχους κωδικούς του
Πίνακα Ζ’.»


Επειδή
στο άρθρο 64 «Επαρκής Αιτιολογία» του ν. 4174/2013
ορίζεται ότι: «Η Φορολογική Διοίκηση έχει την υποχρέωση να παρέχει
σαφή, ειδική και επαρκή αιτιολογία για τη νομική βάση, τα γεγονότα και
τις περιστάσεις που θεμελιώνουν την έκδοση πράξεως και τον προσδιορισμό
φόρου.»
Επειδή στην υπό κρίση περίπτωση, ο έλεγχος διαπίστωσε ότι η
προσφεύγουσα εταιρεία υπολόγισε το ετήσιο τεκμαρτό μίσθωμα της
ιδιόχρησης μόνο επί της αντικειμενικής αξίας των ιδιοχρησιμοποιούμενων
γραφείων (οδός , ) και δεν συμπεριέλαβε το σύνολο των
ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων. Κατόπιν, υπολόγισε την επιπλέον
αντικειμενική αξία ως εξής: Αντικειμενική αξία γης και κτισμάτων Χ 3%,
ήτοι 9.912.647 Χ 3%=297.379,41 €. Έπειτα, καταλόγισε με την πράξη
612/27-11-2018 ως τεκμαρτό εισόδημα από ιδιόχρηση ακινήτων το ποσό των
297.379,41 €, ενώ παράλληλα δεν αναγνώρισε ως ισόποση δαπάνη το ποσό
αυτό, δεδομένου ότι δεν πληρούνται αθροιστικά οι προαναφερόμενες
προϋποθέσεις έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδα του άρθ. 22 του ν. 4172/2013, ήτοι δεν έχει καταχωρηθεί η εν λόγω τεκμαρτή δαπάνη στα τηρούμενα βιβλία.


Επειδή,
σύμφωνα με την ΠΟΛ.1069/23-03-2015
το εισόδημα που τεκμαίρεται από ιδιοχρησιμοποίηση υπόκειται σε
φορολογία στο όνομα του νομικού προσώπου, ενώ εκπίπτει το τεκμαρτό
μίσθωμα κατά το μέτρο που δεν υπερβαίνει το τρία τοις εκατό (3%) επί της
αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Το αποτέλεσμα του ανωτέρω χειρισμού
στην περίπτωση της ιδιοχρησιμοποίησης γης ή ακινήτου είναι φορολογικά
αδιάφορο για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες. Συνεπώς, η εμφάνιση
του συγκεκριμένου εισοδήματος στα έσοδα και στα έξοδα δεν επηρεάζει το
λογιστικό ούτε και το φορολογικό αποτέλεσμα.

Επειδή, σύμφωνα με την απόφαση του ΣΛΟΤ 1239/2016 από λογιστική
σκοπιά, τα τεκμαρτά έσοδα και έξοδα από ιδιόχρηση δεν επηρεάζουν τα ποσά
των κονδυλίων της κατάστασης αποτελεσμάτων, καθώς δε λαμβάνονται υπόψη
κατά τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων και συνεπώς δεν διογκώνουν
ούτε τα έξοδα ούτε τα έσοδα. Έχουν λογιστική βάση μηδέν και φορολογική
βάση το ποσό που προκύπτει από τη φορολογική νομοθεσία (άρθρο 39 του ν. 4172/2013).
 

Επειδή επιπρόσθετα, στην ανωτέρω απόφαση του ΣΛΟΤ 1239/2016
αναφέρεται ότι η καταγραφή των σχετικών ποσών στα διάφορα φορολογικά
έντυπα (Ε1, Ε3, κλπ.), τα οποία συνιστούν μέρος των λογιστικών αρχείων
κατά το ν. 4308/2014 είναι ένας κατάλληλος τρόπος παρακολούθησης δεδομένου ότι διασφαλίζει απολύτως τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων. Συμπερασματικά
λοιπόν, βάσει της γνωμοδότησης του ΣΛΟΤ δεν είναι υποχρεωτική η
καταχώρηση των τεκμαρτών εισοδημάτων και δαπανών στα βιβλία της
εταιρείας.

 

Επειδή η προσφεύγουσα δεν είχε καταχωρήσει είτε στα βιβλία
της, είτε σε οποιοδήποτε άλλο πληροφοριακό, για την φορολογική αρχή,
στοιχείο (π.χ. έντυπο Ε1, Ε3, Ν κλπ) το συνολικό εισόδημα από
ιδιοχρησιμοποίηση καθώς και την αντίστοιχη τεκμαρτή δαπάνη του
μισθώματος.

Επειδή η τιθέμενη στο άρθρο 22 παρ. β του ν. 4172/2013
προϋπόθεση της καταχώρησης της δαπάνης στα τηρούμενα βιβλία προκειμένου
αυτή να αναγνωριστεί, αφορά πραγματικές και όχι τεκμαρτές δαπάνες.

Επειδή η παράλειψη αυτή συνιστά παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας που επισύρει αυτοτελές πρόστιμο του άρθρου 58 του ν. 4174/2013 (περί
ανακριβούς υποβολής δήλωσης), ως προς τα πληροφοριακά στοιχεία και σε
καμία περίπτωση δεν επηρεάζει το φορολογικό αποτέλεσμα. 

Πηγή: Taxheaven