Ηλεκτρονική κάρτα εργασίας: Η ανενεργή ρύθμιση και η επαναφορά του μέτρου
Πηγή: ΣΥΝΤΑGΜΑ WATCH.GRΗ εφαρμογή του μέτρου της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας από τις αρχές του επόμενους έτους προϋποθέτει δραστική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και των φορολογικών βαρών, καθώς και παροχή ουσιαστικών κινήτρων προς τους εργοδότες και τους εργαζόμενους για τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες. Παράλληλα, απαιτείται η αυτοπεποίθηση του ίδιου του νομοθέτη και η πίστη του διοικητικού – ιδίως ελεγκτικού – μηχανισμού στην αξία του μέτρουΠαπακωνσταντίνου ΑπόστολοςΤο καλοκαίρι του έτους 2011 η χώρα βρισκόταν ήδη στη δίνη της οικονομικής κρίσης και επιχειρούσε αγωνιωδώς, με περιορισμένη μάλλον αποτελεσματικότητα, να αντιμετωπίσει πρωτοφανείς προκλήσεις, υιοθετώντας, συχνά με πίεση των ευρωπαϊκών θεσμών, μεταρρυθμίσεις στους τομείς της οικονομίας και της εργασίας. Εξαιτίας της οικονομικής κρίσης οι παραβιάσεις της εργατικής νομοθεσίας και των εργατικών δικαιωμάτων είχαν ενταθεί, καθιστώντας έτσι επιτακτική την ενίσχυση των μηχανισμών ελέγχου στο πεδίο της εργασίας, ιδίως προς αποτροπή των αυθαιρεσιών της εργοδοσίας και τη διασφάλιση κατά το δυνατόν του υγιούς ανταγωνισμού των επιχειρήσεων.Η ανενεργή ρύθμιση για τη θέσπιση κάρτας εργασίας σε μορφή ηλεκτρονικού ρολογιούΣτο πλαίσιο αυτό, θεσπίστηκε την περίοδο εκείνη με τον νόμο 3996/2011 (άρθρο 26) η χρήση της κάρτας εργασίας σε ηλεκτρονικό ρολόι παρουσίας προσωπικού (ωρομέτρηση), τα στοιχεία της οποίας διαβιβάζονται με ηλεκτρονικό ή άλλο τρόπο στον ασφαλιστικό φορέα και διασταυρώνονται με τα αναγραφόμενα στην υποβαλλόμενη από τις επιχειρήσεις αναλυτική περιοδική δήλωση. Σύμφωνα με τη ρύθμιση, στις επιχειρήσεις που θα υποχρεωνόντουσαν να εγκαταστήσουν το σύστημα αυτό θα παρέχονταν έκπτωση επί των ασφαλιστικών εισφορών, ενώ παράλληλα προβλέπονται διοικητικές κυρώσεις για παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης.Επρόκειτο όμως για μια συνολικά «άτολμη» και εν πολλοίς «ενοχική» διάταξη που αποτελούσε εμφανώς άγονο προϊόν συμβιβασμών μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων και σκοπιμοτήτων. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται άλλωστε από την ίδια τη ρύθμιση (άρθρο 26 παρ. 6), στην οποία με ασυνήθιστα αφοπλιστικό τρόπο ορίζεται ότι «η υλοποίηση, διατήρηση και επέκταση του συγκεκριμένου μέτρου συναρτάται με την επίτευξη καθαρού θετικού δημοσιονομικού αποτελέσματος στο Ασφαλιστικό Σύστημα από την εφαρμογή του»(!).Μάλιστα, στην ίδια την αιτιολογική έκθεση του νόμου αναφέρεται ότι «στόχος είναι να εφαρµοσθεί σε συγκεκριµένους κλάδους επιχειρήσεων, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα κατέληγε σε οριζόντια µείωση εσόδων των Ασφαλιστικών Ταµείων… Σε κάθε περίπτωση το µέτρο αυτό θα εφαρµοστεί αρχικώς πιλοτικά σε συγκεκριμένο κλάδο και είδος επιχειρήσεων και σε οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή», ενώ προβλέπεται ότι η διατήρηση και η τυχόν επέκτασή του «θα εξαρτηθεί από την αποτελεσματικότητά του κατά την πιλοτική του εφαρμογή» όσον αφορά το ποσοστό αύξησης των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων και τη μείωση της εισφοροδιαφυγής.Έτσι, η ίδια η ρύθμιση περιλάμβανε εξ αρχής το σπέρμα της αμφισβήτησης ως προς την αξία του μέτρου και της αβεβαιότητας για την εφαρμογή του. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η ρύθμιση παρέμεινε έως σήμερα στην πράξη ανενεργή, αφού ουδέποτε εκδόθηκαν οι συνολικά τέσσερις (!) Υπουργικές Αποφάσεις που προβλεπόταν για την εφαρμογή της.Η επαναφορά του μέτρου και οι προϋποθέσεις για την επιτυχή εφαρμογή τουΤο μέτρο της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας επανήλθε πρόσφατα στο προσκήνιο με τη σχετική εξαγγελία του Πρωθυπουργό στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, η ηλεκτρονική κάρτα εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο μέτρων για τον έλεγχο της εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας και την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων.Είναι προφανές ότι η επιβολή της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας έχει καταστεί σήμερα αναγκαία ενόψει της δραστικής επέκτασης, ιδίως κατά την τελευταία τετραετία, του φαινομένου της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας. Φαινομένου εν πολλοίς αναμενόμενου λόγω κυρίως του συνδυασμού αυξημένης ανεργίας, υπερβολικών φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών και μειωμένης κατανάλωσης, που προσέδωσαν στο πρόβλημα εκρηκτικές διαστάσεις.Η εφαρμογή του μέτρου από τις αρχές του επόμενους έτους, όπως όλα δείχνουν, μπορεί πράγματι να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο ελέγχου για τον περιορισμό της αδήλωτης και της υποδηλωμένης εργασίας, που ναρκοθετούν τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών ταμείων και παραβιάζουν ευθέως τα εργασιακά δικαιώματα. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός δεν αρκεί ωστόσο η πληρέστερη θεσμοθέτησή του.Απαιτείται ως αναγκαία προϋπόθεση η ταυτόχρονη δραστική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και των φορολογικών βαρών, καθώς και η παροχή ουσιαστικών κινήτρων προς τους εργοδότες και τους εργαζόμενους για τη συμμόρφωσή τους με τους κανόνες. Σε αντίθετη περίπτωση είναι βέβαιο ότι θα καταλήξει κενό γράμμα. Πάνω απ’ όλα όμως απαιτείται, σε αντίθεση με το προηγούμενο εγχείρημα, η αυτοπεποίθηση του ίδιου του νομοθέτη και η πίστη του διοικητικού – ιδίως ελεγκτικού – μηχανισμού στην αξία του μέτρου.Η ρύθμιση του νόμου 3996/2011 είναι από την άποψη αυτή απολύτως ξεπερασμένη. Ως εκ τούτου, δεν αρκεί απλώς η έκδοση των Υπουργικών Αποφάσεων που προβλέπει. Αντιθέτως,κρίνεται επιτακτική μια νέα νομοθετική παρέμβαση, που θα θεσμοθετεί το μέτρο με ολοκληρωμένο και καθολικό τρόπο, ως τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου για την προστασία της εργασίας και τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να λαμβάνει υπόψη και να συναιρεί κατά το δυνατόν τα επιμέρους συμφέροντα των εργαζομένων και της εργοδοσίας, ενώ παράλληλα οφείλει να σεβαστεί ευαίσθητα ζητήματα που αφορούν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ιδίως αυτά ρυθμίζονται στον πρόσφατο νόμο 4624/2019, ειδικώς για το πεδίο των σχέσεων απασχόλησης (άρθρο 27). Υπό τους όρους αυτούς, η ηλεκτρονική κάρτα εργασίας μπορεί να αποδειχθεί μια ακόμη σοβαρή μεταρρύθμιση, την «ιδιοκτησία» της οποίας οφείλει να έχει αποκλειστικώς η χώρα μας.Απόστολος ΠαπακωνσταντίνουΔιδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου,Δικηγόρος (Δικηγορική Εταιρεία Απ. Παπακωνσταντίνου – Ν.- Κ. Χλέπας & Συνεργάτες)