(Upd) Βελτιώσεις στο νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας – Οι νέες διατάξεις
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥΝίκης 5-710180 ΑθήναΤηλ.:2103332644e-mail: [email protected]Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2019Δελτίο ΤύπουΣχετικά με την προστασία της κύριας κατοικίαςΤο Υπουργείο Οικονομικών θεσμοθετεί βελτιώσεις στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας με σκοπό τη διευκόλυνση των οφειλετών, έτσι ώστε περισσότεροι δικαιούχοι να μπορούν να ενταχτούν στις προστατευτικές ρυθμίσεις του νόμου. Οι αλλαγές αφορούν τόσο σε νέες αιτήσεις που θα υποβληθούν όσο και σε αιτήσεις που έχουν ήδη υποβληθεί αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί.
Αναλυτικότερα, επιτρέπεται πλέον να υποβάλουν αίτηση για να προστατέψουν την κύρια κατοικία τους και όσοι διαμένουν σε μισθωμένο ή παραχωρημένο ακίνητο, εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία βρίσκεται η κύρια κατοικία τους. Αφορά κυρίως σε όσους διαμένουν σε άλλη πόλη λόγω της εργασίας τους, π.χ. σώματα ασφαλείας, γιατροί, εκπαιδευτικοί κλπ.
Σε περιπτώσεις που υπάρχουν περισσότεροι του ενός ιδιοκτήτες, δίνεται η δυνατότητα προστασίας ολόκληρης της κατοικίας, με αίτηση μόνο του ενός συνιδιοκτήτη. Διευκολύνονται έτσι, συγγενείς, διαζευγμένα ζευγάρια κλπ.
Ακόμη, ρυθμίζεται η διαδικασία υποβολής αιτήσεων για οφειλέτες που βρίσκονται αποδεδειγμένα σε διάσταση, κατά τρόπο ώστε να μην χρειάζεται πλέον η συνυπογραφή της αίτησης από το έτερο εν διαστάσει μέλος.
Περαιτέρω, δικαιούνται της κρατικής επιδότησης όλοι οι συνιδιοκτήτες που αιτούνται της προστασίας της κύριας κατοικίας.
Για πρώτη φορά μάλιστα, παρέχεται η δυνατότητα να συμμετέχει εγγυητής μικρότερης ηλικίας σε περιπτώσεις ηλικιωμένων οφειλετών, οι οποίοι δεν μπορούσαν να ωφεληθούν από τη ρύθμιση των δόσεων σε βάθος 25-ετίας.
Παράλληλα, δίνεται η δυνατότητα στους οφειλέτες που έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο από εταιρείες παροχής πιστώσεων (ανώνυμες εταιρείες που νόμιμα παρέχουν δάνεια) να ρυθμίζουν τις οφειλές τους και να προστατεύουν την κύρια κατοικία τους μέσω της πλατφόρμας.
Τέλος, εάν χρειαστεί κάποια αίτηση να επανυποβληθεί λόγω ελλείψεων ή σφαλμάτων, διατηρείται η προστασία της κύριας κατοικίας κατά το διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την επανυποβολή.Σημείωση Taxheaven: Αναλυτικά οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 6 του νομοσχεδίου «Κύρωση α) της από 25.09.2019 Π.Ν.Π. «Επείγουσα ρύθμιση για την απαλλαγή από την υποχρέωση απόδοσης του φόρου διαμονής» (Α΄ 142), β) της από 30.09.2019 Π.Ν.Π. «Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας των Υπουργείων Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών, Οικονομικών και Υγείας» (Α΄ 145), γ) της από 04.10.2019 Π.Ν.Π. «Κατεπείγουσες ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας» (Α΄ 150) και άλλες διατάξεις.»Με το άρθρο 6 τροποποιούνται και συμπληρώνονται διατάξεις του ν. 4605/2019, για την προστασία της κύριας κατοικίας των φυσικών προσώπων:Διευρύνονται/νεται:- οι κατηγορίες αιτούντων για υπαγωγή στη ρύθμιση οφειλών προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλών από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.Δ.), για την προστασία της κύριας κατοικίας και στους διαμένοντες προσωρινά για επαγγελματικούς λόγους, σε μισθωμένο ή παραχωρημένο ακίνητο εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία ευρίσκεται η κύρια κατοικία τους,- η έννοια των πιστωτών που κατέχουν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθμισης, ώστε να καθίσταται πλέον δυνατή και η ρύθμιση οφειλών φυσικών προσώπων από στεγαστικό δάνειο προς εταιρίες παροχής πιστώσεων, β. Ορίζεται, ότι σε περίπτωση:- μη συνυποβολής της αίτησης και από τους λοιπούς έχοντες ιδανικό μερίδιο επί της κατοικίας, για τον προσδιορισμό του καταβλητέου κατά τα ειδικότερα οριζόμενα ποσού, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της αξίας της προστατευόμενης κατοικίας και εφόσον επιτευχθεί συναινετική ή δικαστική ρύθμιση από τον αιτούντα, δεν επιτρέπεται σε οποιοδήποτε πιστωτή του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επί αυτής, η εγγραφή υποθήκης ή η τροπή προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη, για το σύνολο της προστατευόμενης κατοικίας, – περιέλευσης στην αίτηση του οφειλέτη (τόσο για τον έλεγχο προελεξιμότητας όσο και για τη διαδικασία συναινετικής ρύθμισης) δήλωσης ότι για τη σύνταξής της συνέπραξε πληρεξούσιος δικηγόρος και δηλώσει τα στοιχεία αυτού τότε εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη και καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθμιση δανείου,- που ο επιτοκιακός δείκτης βάσει του οποίου καθορίζεται το επιτόκιο των τοκοχρεωλιτικών δόσεων αποπληρωμής των οφειλών είναι αρνητικός, το επιτόκιο της ρύθμισης ισούται με μηδέν, – ταυτόχρονης ρύθμισης οφειλών συγκυρίων που είναι και συνοφειλέτες στην ίδια οφειλή, δύναται να προτείνεται ρύθμιση μικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας, έτσι ώστε να ισούται με το συνολικό ποσό της οφειλής.ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗΆρθρο 6Τροποποιήσεις του ν. 4605/2019Με τις διατάξεις του άρθρου 6, επέρχονται εντοπισμένες τροποποιήσεις στον ν. 4605/2019 (Α’ 52), επί σκοπώ βελτίωσης της παρεχόμενης από τον ανωτέρω νόμο έννομης προστασίας και απλούστευσης της διαδικασίας υποβολής της αίτησης. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση πρακτικών δυσχερειών που ανέκυψαν κατά την εφαρμογή του οικείου νομοθετικού πλαισίου και την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης και ασφάλειας δικαίου. Παράλληλα, σκοπείται η βέλτιστη αξιοποίηση των παρεχόμενων στα υποκείμενα του νόμου αυτού δυνατοτήτων και δικαιωμάτων.Συγκεκριμένα:Με την παράγραφο 1 ρυθμίζεται η προστασία της κύριας κατοικίας των φυσικών προσώπων, οι οποίοι διαμένουν προσωρινά εκτός της Περιφερειακής Ενότητας, που ευρίσκεται η κύρια κατοικία τους, για επαγγελματικούς λόγους.Με την παράγραφο 2 διευρύνεται η έννοια των πιστωτών που κατέχουν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθμισης μέσω του ν. 4605/2019, ώστε να καθίσταται πλέον δυνατή και η ρύθμιση δανείων προς εταιρίες παροχής πιστώσεων.Με την παράγραφο 3 αντιμετωπίζεται το ζήτημα της προστασίας του συνόλου της κατοικίας, σε περίπτωση που αυτή ανήκει σε περισσότερα πρόσωπα. Εν προκειμένω, ορίζεται, ότι εάν η κύρια κατοικία ανήκει σε περισσότερους συγκυρίους, και αυτοί πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας, η ρύθμιση θα είναι ανάλογη με το ποσοστό που κατέχει ο καθένας. Ωστόσο, εάν ένας εκ των συγκυρίων δεν υποβάλλει αίτηση -είτε γιατί δεν είναι επιλέξιμος είτε για οποιαδήποτε άλλη αιτία- ο αιτών και πάλι θα δύναται να προστατεύσει το σύνολο της κύριας κατοικίας, λαμβάνοντας ρύθμιση επί του συνόλου αυτής. Περαιτέρω, με την ολοκλήρωση της ρύθμισης, αποκτά δικαίωμα αναγωγής κατά του συγκυρίου που δεν κατέθεσε αίτηση.Με την παράγραφο 4, προβλέπεται η δυνατότητα συνυποβολής της αίτησης από όλους τους συγκυρίους, προκειμένου να ενταχθούν σε ρύθμιση ανάλογα με το ποσοστό που κατέχει ο καθένας, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζεται και το ζήτημα της μη υποβολής αίτησης ενός ή περισσοτέρων συγκυρίων.Με την παράγραφο 5 θεσπίζεται συγκεκριμένη προθεσμία, εντός της οποίας μπορεί να ζητήσει ο πιστωτής από τον οφειλέτη να διαγράψει και να επανυποβάλλει την αίτηση, προκειμένου να λάβουν χώρα διορθώσεις σφαλμάτων ή ελλείψεων. Επίσης, στην περίπτωση διαγραφής και επανυποβολής, ορίζεται ρητώς, ότι κατά το μεσοδιάστημα εξακολουθεί να ισχύει η αναστολή πλειστηριασμού της πρώτης κατοικίας. Με τις παραγράφους 6 (υποπερ. θ), 7 και 8, καθορίζεται η διαδικασία για την εξεύρεση κοινώς αποδεκτού εγγυητή για την υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον ο ίδιος ο αιτών επιλέξει να συμβληθεί και τρίτο πρόσωπο, ως εγγυητής, στην σχετική διαδικασία. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει ο αιτών να δηλώσει τα στοιχεία του εγγυητή, προκειμένου να ανακτηθούν και γι’ αυτόν, κατόπιν της ρητής συναινέσεώς του, από τη βάση δεδομένων της φορολογικής διοίκησης, τα οικονομικά στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγησή του. Επιπλέον, με την παράγραφο 7, ρυθμίζεται η προστασία της κύριας κατοικίας επί συζύγων που έχουν διακόψει την έγγαμη συμβίωση, χωρίς να έχει ακόμα λυθεί ο γάμος τους, μέσω της δυνατότητας εντάξεως στη ρύθμιση, ακόμα κι αν δεν συνυπογράψει την αίτηση ένας εκ των δύο συζύγων.Με την παράγραφο 6 (υποπερ. η) καθιερώνεται η ενδεχόμενη συνδρομή του πληρεξούσιου δικηγόρου στην υποβολή της αίτησης, ανεξαρτήτως εάν προσυπογράφει την εν λόγω αίτηση ή όχι. Στην παράγραφο 9 ορίζεται η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου. Εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος, ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής ύψους εκατόν είκοσι (120) ευρώ, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη επί της προς διάσωση κύριας κατοικίας, έναντι νόμιμου παραστατικού, ενώ στην παράγραφο 13 ορίζεται ότι, εάν ο αιτών έχει δηλώσει στην αίτησή του ότι στη διαδικασία έχει συμπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος, και επιτευχθεί ρύθμιση, η πιστώτρια Τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη προκαταβάλλει ως ελάχιστη δικηγορική αμοιβή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος το ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η αμοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθμιση δανείου.Με την παράγραφο 10, αντιμετωπίζεται το ζήτημα της προώθησης της αίτησης του συνόλου των συγκυρίων στους πιστωτές για τη χορήγηση ρύθμισης.Με την παράγραφο 11, παρατείνεται η προθεσμία υποβολής πρότασης ρύθμισης εκ μέρους του πιστωτή από έναν (1) σε δύο (2) μήνες, σε περίπτωση συνυποβολής της αίτησης από συγκυρίους, λόγω της αναγκαιότητας περαιτέρω επεξεργασίας της αίτησης. Παράλληλα, ρυθμίζονται και αποσαφηνίζονται οι έννομες συνέπειες επί αποδοχής της σύμβασης εκ μέρους εγγυητή. Σε περίπτωση που συμβάλλεται και εγγυητής, προκειμένου να παρασχεθεί ρύθμιση με χρονικό όριο αποπληρωμής τα 25 έτη, θα πρέπει είτε ο αιτών είτε ο εγγυητής, κατά το πέρας της 25 ετίας, να μην υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του.Με την παράγραφο 12, ορίζεται ότι και ο εγγυητής, εφόσον συμβάλλεται τέτοιος, οφείλει να αποδεχθεί την πρόταση και ότι η αποδοχή του τεκμαίρεται και ως υπογραφή της σύμβασης ρύθμισης.Με την παράγραφο 14, αντιμετωπίζεται το ζήτημα του αρνητικού επιτοκίου euribor και διατυπώνεται ρητώς ότι, στην περίπτωση αυτή, το επιτόκιο της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από μηδέν.Με την παράγραφο 15, προβλέπεται ότι η συνεισφορά του Δημοσίου θα μπορεί να εγκριθεί και σε περιπτώσεις που η προσφερόμενη ρύθμιση δεν αντιστοιχεί στο εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) επί της αξίας της κύριας κατοικίας, επειδή υφίστανται πλείονες συγκύριοι και συνοφειλέτες επί της ιδίας οφειλής. Στην περίπτωση αυτή, δύναται να προτείνεται ρύθμιση μικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας για έκαστο εκ των συγκυρίων και συνοφειλετών, έτσι ώστε να ισούται με το συνολικό ποσό της οφειλής.ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ1. Στην περίπτωση α’ της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Την κατ’ άρθρο 72 αίτηση για την προστασία της κύριας κατοικίας δύναται να υποβάλει και ο διαμένων προσωρινά για επαγγελματικούς λόγους, σε μισθωμένο ή παραχωρημένο ακίνητο εκτός της Περιφερειακής Ενότητας στην οποία ευρίσκεται η κύρια κατοικία του. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών οφείλει να προσκομίσει έγγραφα που να τεκμηριώνουν την ύπαρξη επαγγελματικών λόγων που δικαιολογούν την προσωρινή διαμονή του εκτός της Περιφερειακής Ενότητας που ευρίσκεται η κύρια κατοικία του».2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 68 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως ακολούθως: «Με το παρόν Μέρος, το φυσικό πρόσωπο, για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, μπορεί να ρυθμίσει οφειλές του από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλές του από στεγαστικό δάνειο προς εταιρίες παροχής πιστώσεων και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον για τις οφειλές αυτές έχει εγγραφεί, πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του, και οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018».3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 70 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως ακολούθως: «Για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, κρίσιμη είναι η αξία του ιδανικού του μεριδίου και, αν ο αιτών έχει επικαρπία ή ψιλή κυριότητα, το ήμισυ της αξίας της πλήρους κυριότητας. Σε περίπτωση μη συνυποβολής της αίτησης και από τους λοιπούς έχοντες ιδανικό μερίδιο επί της κατοικίας, για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της αξίας της προστατευόμενης κατοικίας, και εφόσον επιτευχθεί συναινετική ή δικαστική ρύθμιση από τον αιτούντα, επέρχονται τα αποτελέσματα του άρθρου 79 παράγραφος 1 για το σύνολο της προστατευόμενης κατοικίας. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών που ολοκλήρωσε τη ρύθμιση βάσει του άρθρου 81 έχει δικαίωμα αναγωγής κατά των λοιπών συγκυρίων».4. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ως εξής: «Σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων συγκυρίων επί της κύριας κατοικίας, υποβάλλεται αίτηση από καθένα εκ των συγκυρίων. Σε περίπτωση που ένας ή περισσότεροι εκ των συγκυρίων δεν πληρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας της παραγράφου 1 του άρθρου 68 ή δεν υποβάλλουν αίτηση για οποιοδήποτε λόγο, για τον προσδιορισμό του καταβλητέου ποσού εφαρμόζεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 70».5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως εξής: «Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλματα της αίτησης, τα οποία δεν μπορούν να διορθωθούν με εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί η αίτηση να διαγραφεί και ακολούθως να επανυποβληθεί. Η προθεσμία επανυποβολής της αίτησης για τη διόρθωση ελλείψεων ή σφαλμάτων, είναι δεκαπέντε ημέρες από την οριστική υποβολή της, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 72. Εντός της προθεσμίας αυτής ο πιστωτής οφείλει να ενημερώσει τον οφειλέτη σχετικά με την αναγκαιότητα διαγραφής και επανυποβολής της. Μέχρι την επανυποβολή και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν των τριάντα ημερών από την ημερομηνία διαγραφής της αρχικής αίτησης εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 78.»6. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται η υποπερίπτωση η) και προστίθεται υποπερίπτωση θ) ως εξής: «η) Δήλωση του αιτούντος, ότι: αα) δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτησή του κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010 (Α’ 130) λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση κατά την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, ββ) οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθμιση, δεν έχουν ρυθμιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 (Α’ 153), τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 (Α’ 246) ή τον ν. 4469/2017 (Α’ 62), ούτε υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισής τους κατά τις διατάξεις αυτές, γγ) εφόσον έχει συμπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος κατά τη σύνταξη της αίτησης, αναφορά του ονόματος και του μητρώου του πληρεξουσίου δικηγόρου, χωρίς να είναι αναγκαίο αυτός να προσυπογράφει την αίτηση.θ) Εφόσον επιθυμεί να συμβληθεί εγγυητής, πλήρη στοιχεία του προτεινόμενου ως εγγυητή (ονοματεπώνυμο και πατρώνυμο και αριθμό φορολογικού μητρώου. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και σε περίπτωση δήλωσης συγκυρίων».7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως ακολούθως: «Η αίτηση συνυπογράφεται από το σύζυγο, τα εξαρτώμενα μέλη του αιτούντος ή τους νομίμους αντιπροσώπους τους και τον τυχόν προτεινόμενο εγγυητή. Σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, δεν απαιτείται η συνυπογραφή της αίτησης από το σύζυγο, για δε τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 68 παράγραφος 1 λαμβάνεται υπόψη το ατομικό εισόδημα του αιτούντος, προσαυξημένο κατά τα ποσά που προβλέπονται για τα εξαρτώμενα μέλη που έχει στην επιμέλεια του ο αιτών. Η διακοπή της έγγαμης συμβίωσης θα πρέπει να έχει δηλωθεί στη Φορολογική Διοίκηση πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 72.».8. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 72 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως ακολούθως: «Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόματα από τη βάση δεδομένων της φορολογικής διοίκησης για τον αιτούντα, τη σύζυγο, τα εξαρτώμενα μέλη και τον προτεινόμενο εγγυητή, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα:»9. Το άρθρο 73 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως εξής: «1. Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρμα, με ειδική ένδειξη, ενημερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιμότητά του ή μη. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα, ο αιτών υποβάλλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.2. Εάν ο οφειλέτης έχει περιλάβει στην αίτησή του δήλωση ότι για τη σύνταξή της συνέπραξε πληρεξούσιος δικηγόρος και δηλώσει τα στοιχεία αυτού, τότε, ανεξάρτητα εάν η αίτηση υπογράφεται ή μη από πληρεξούσιο δικηγόρο, εάν ο αιτών κριθεί επιλέξιμος, ο πληρεξούσιος δικηγόρος δικαιούται αμοιβής ύψους εκατόν είκοσι (120) ευρώ, η οποία προκαταβάλλεται από την πιστώτρια τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη επί της προς διάσωση κύριας κατοικίας, έναντι νόμιμου παραστατικού. Η αμοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθμιση δανείου.».10. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), προστίθεται εδάφιο, ως εξής: «Σε περίπτωση ύπαρξης πολλών συγκυρίων, η αίτηση με τα συνοδευτικά έγγραφα προωθείται στους πιστωτές μετά τη συνυποβολή όλων. Στην περίπτωση αυτή, υπάρχει σχετική ένδειξη στην πλατφόρμα, αναφορικά με τους συγκυρίους που οφείλουν να την συνυποβάλλουν και ενημερώνεται σε περίπτωση μη συνυποβολής ενός η περισσοτέρων για οποιοδήποτε λόγο».11. Η παράγραφος 2 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως εξής: «Μέσα σε έναν μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης, ή σε δύο μήνες, σε περίπτωση συνυποβολής της αίτησης από συγκυρίους, κάθε πιστωτής μπορεί να υποβάλλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησής του σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 75. Αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή πρότασης, ισχυριζόμενος ότι ο αιτών είναι μη επιλέξιμος, προσδιορίζει τον λόγο της μη επιλεξιμότητας και μεταφορτώνει το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο, αν αυτό υπάρχει. Αν ο πιστωτής δεν αποδέχεται το πρόσωπο του προταθέντος εγγυητή, θα πρέπει να καταχωρήσει το λόγο αυτό στην πλατφόρμα το αργότερο εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Στην περίπτωση αυτή ο αιτών μπορεί να προτείνει νέο εγγυητή μόνο μία φορά, ενώ δε, ο πιστωτής υποβάλλει την πρόταση για τη ρύθμιση της απαίτησής του εντός συνολικής προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της αίτησης».12. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Οι έννομες συνέπειες των οριζομένων στην παρούσα παράγραφο επεκτείνονται αυτοδίκαια και στον συμβαλλόμενο κατά το άρθρο 75 παρ. 2 του παρόντος νόμου εγγυητή.».13. Η παράγραφος 11 του άρθρου 74 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως εξής: «11. Κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η εκπροσώπηση του αιτούντα ή κάθε συμμετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική. Εάν ο αιτών έχει δηλώσει στην αίτησή του ότι στη διαδικασία έχει συμπράξει πληρεξούσιος δικηγόρος, και επιτευχθεί ρύθμιση, η πιστώτρια Τράπεζα που είναι πρώτη στην υποθηκική τάξη προκαταβάλλει ως ελάχιστη δικηγορική αμοιβή στον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος το ποσό των διακοσίων είκοσι (220) ευρώ, έναντι νόμιμου παραστατικού. Η αμοιβή αυτή καταλογίζεται στο ανεξόφλητο υπόλοιπο του προς ρύθμιση δανείου.»14. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 75 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Εάν ο επιτοκιακός δείκτης του πρώτου εδαφίου είναι αρνητικός, για τον προσδιορισμό του επιτοκίου λαμβάνεται μηδενική τιμή».15. Η παράγραφος 3 του άρθρου 76 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), τροποποιείται ως εξής: «Για να συνεισφέρει το Δημόσιο, πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68 και το συμφωνηθέν σχέδιο ρύθμισης να είναι σύμφωνο με το άρθρο 75, εκτός εάν ρυθμίζονται ταυτόχρονα οφειλές συγκυρίων που είναι και συνοφειλέτες στην ίδια οφειλή, οπότε δύναται να προτείνεται ρύθμιση μικρότερη από το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της πρώτης κατοικίας, έτσι ώστε να ισούται με το συνολικό ποσό της οφειλής».16. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς, κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης, αιτήσεις.
Πηγή: Taxheaven