Ενημερωτικός Κόμβος

Φορολογικό πιστοποιητικό: Η ΕΛΤΕ αρμόδια να επιβάλλει κυρώσεις σε ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία

Με το άρθρο 37 του φορολογικού νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, αντί του ν. 3693/2008 που ισχύει, το πλαίσιο επιβολής κυρώσεων στους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές ή την ελεγκτική εταιρεία, αν από μεταγενέστερο έλεγχο της φορολογικής διοίκησης προκύψουν σημαντικές πρόσθετες επιβαρύνσεις, τις οποίες όφειλαν να διαπιστώσουν οι προαναφερόμενοι ελεγκτές, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων, σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, κ.λπ.

Ας δούμε πως διαμορφώνονται οι προτεινόμενες διατάξεις σε σχέση με το ισχύον καθεστώς:

Ισχύουσα μορφή άρθρου 65Α Νέα διάταξη με το φορολογικό νομοσχέδιο
1. Νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 3693/2008 (Α’ 174) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό.
Το πιστοποιητικό αυτό είναι προαιρετικό για τις ανωτέρω εταιρείες και επιχειρήσεις και εκδίδεται μετά από έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα.
Φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό αυτό.
Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής.
Τα πιο πάνω πρόσωπα διώκονται και τιμωρούνται για κάθε παράλειψη των υποχρεώσεών τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3693/2008 και έχουν ειδικότερα την υποχρέωση να αρνηθούν τη διενέργεια υποχρεωτικού ελέγχου εφόσον παρέχουν στην ελεγχόμενη οντότητα συμβουλευτικές υπηρεσίες φορολογικού περιεχομένου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 20 του ν. 3693/2008.
Οι εταιρείες και επιχειρήσεις του πρώτου εδαφίου για τις οποίες εκδίδεται το ετήσιο πιστοποιητικό υποχρεούνται να αναθέτουν, ανά πέντε (5) έτη, την έκδοση του ετήσιου φορολογικού πιστοποιητικού σε διαφορετικό νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο.
Η διαπίστωση στο φορολογικό πιστοποιητικό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορεί να λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 του Κώδικα.
2. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του ελέγχου της προηγούμενης παραγράφου, ενδεχόμενες συγκεκριμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργούνται, εξαιρέσεις από την υποχρέωση έκδοσης φορολογικού πιστοποιητικού μέχρι ποσού ακαθαρίστων εσόδων 150.000,00 ευρώ ετησίως, το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που εκδίδεται και οι επιφυλάξεις που τυχόν διατυπώνονται σε αυτό, ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής του, ζητήματα εφαρμογής της υποχρέωσης του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Πέραν της εφαρμογής του πέμπτου εδαφίου της παραγράφου 1, στους νόμιμους ελεγκτές και στα ελεγκτικά γραφεία που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και της κανονιστικής απόφασης που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997.
1. Ορκωτοί ελεγκτές λογιστές και ελεγκτικές εταιρείες, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν. 4449/2017 (Α’ 7) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, σε ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρείες καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό. Το πιστοποιητικό αυτό είναι προαιρετικό για τις ανωτέρω εταιρείες και επιχειρήσεις και εκδίδεται μετά από έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον υποχρεωτικό έλεγχο, ως προς την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα. Για τους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές και τις ελεγκτικές εταιρείες που εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό εφαρμόζονται οι διατάξεις περί απαγόρευσης παροχής μη ελεγκτικών υπηρεσιών του άρθρου 5 του ΕΕ Κανονισμού 537/2014.
2. Φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία, κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό αυτό. Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής. Η διαπίστωση ή μη στο φορολογικό πιστοποιητικό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορεί να λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο κατά τις διατάξεις του άρθρου 26 του Κώδικα φορολογικής Διαδικασίας.
3. Αν από μεταγενέστερο έλεγχο της φορολογικής διοίκησης προκύψουν σημαντικές πρόσθετες επιβαρύνσεις, τις οποίες όφειλε να διαπιστώσει ο Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής, η Φορολογική Διοίκηση παραπέμπει την υπόθεση στην ΕΛΤΕ η οποία, μετά από τον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του ν. 4449/2017 έλεγχο, επιβάλλει τις από αυτόν προβλεπόμενες κυρώσεις στον Ορκωτό Ελεγκτή Λογιστή ή στην ελεγκτική εταιρεία.
4. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του ελέγχου, ενδεχόμενες συγκεκριμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις που πρέπει να διενεργούνται το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που εκδίδεται και οι επιφυλάξεις που τυχόν διατυπώνονται σε αυτό, ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία υποβολής του και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Η Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ.1124/2015 (Β 1196), όπως έχει τροποποιηθεί, εξακολουθεί να ισχύει δυνάμενη να τροποποιηθεί ή να αντικατασταθεί με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ.
Αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 37

Με
την προτεινόμενη διάταξη εισάγεται νέο, ουσιωδώς διαφορετικό νομικό
πλαίσιο ελέγχου και επιβολής κυρώσεων των ορκωτών ελεγκτών και των
ελεγκτικών γραφείων για τις παραβάσεις της νομοθεσίας σχετικά με την
έκδοση ετησίου φορολογικού πιστοποιητικού. Με τις προτεινόμενες
διατάξεις σκοπείται η πλήρης εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με τον
Κανονισμό ΕΕ 537/2014 και την Οδηγία 2006/43/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με
την Οδηγία 2014/56/ΕΕ και το ν.4449/2017, με τον οποίο η τελευταία
ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη.

Με το ως άνω νομοθετικό
πλαίσιο η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.) έχει
οριστεί ως αρμόδια αρχή για τη δημόσια εποπτεία επί των Ορκωτών Ελεγκτών
Λογιστών και των ελεγκτικών εταιρειών, ενώ η έκδοση φορολογικού
πιστοποιητικού από τους ορκωτούς ελεγκτές λογιστές θεωρείται
υποχρεωτικός έλεγχος και ως εκ τούτου από πλευράς εποπτείας εμπίπτει
στην αρμοδιότητα της Ε.Λ.Τ.Ε., το δε Δ.Σ. της Ε.Λ.Τ.Ε. είναι αρμόδιο
όργανο για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων για κάθε παράβαση της
νομοθεσίας που διέπει τις εργασίες των ορκωτών ελεγκτών λογιστών και των
ελεγκτικών εταιρειών.

Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 της
προτεινόμενης ρύθμισης ορίζεται ότι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές και
ελεγκτικές εταιρείες, που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν.
4449/2017 (Λ’ 7) και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες
εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, σε ιδιωτικές κεφαλαιουχικές
εταιρείες καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκδίδουν
ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό. Το πιστοποιητικό αυτό είναι προαιρετικό
για τις ανωτέρω εταιρείες και επιχειρήσεις και εκδίδεται μετά από
έλεγχο που διενεργείται, παράλληλα με τον υποχρεωτικό έλεγχο, ως προς
την εφαρμογή των φορολογικών διατάξεων σε φορολογικά αντικείμενα. Για
τους ορκωτούς ελεγκτές  λογιστές και τις ελεγκτικές εταιρείες που
εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό εφαρμόζονται οι διατάξεις περί
απαγόρευσης παροχής μη ελεγκτικών υπηρεσιών του άρθρου 5 του ΕΕ
Κανονισμού 537/2014. Με την παράγραφο 2 της προτεινόμενης ρύθμισης
ορίζεται ότι φορολογικές παραβάσεις, καθώς και μη απόδοση ή ανακριβής
απόδοση φόρων που διαπιστώνονται από τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία,
κατά τη διενέργεια του ελέγχου, αναφέρονται αναλυτικά στο πιστοποιητικό
αυτό. Αν από το πιστοποιητικό προκύπτουν συγκεκριμένα φορολογικά
δεδομένα για την ελεγχθείσα εταιρεία με τα οποία συμφωνεί και η αρμόδια
ελεγκτική φορολογική αρχή, το εν λόγω πιστοποιητικό αποτελεί αναπόσπαστο
τμήμα των εκθέσεων ελέγχου της ως άνω αρχής. Η διαπίστωση ή μη στο
φορολογικό πιστοποιητικό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορεί να
λαμβάνεται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο κατά τις
διατάξεις του άρθρου 26 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.Με την
παράγραφο 3 της προτεινόμενης ρύθμισης ορίζεται ότι αν από μεταγενέστερο
έλεγχο της φορολογικής διοίκησης προκύψουν σημαντικές πρόσθετες
επιβαρύνσεις, τις οποίες όφειλε να διαπιστώσει ο Ορκωτός Ελεγκτής
Λογιστής, η φορολογική αρχή παραπέμπει την υπόθεση στην ΕΛΤΕ η οποία,
μετά από τον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του νόμου 4449/2017 έλεγχο,
επιβάλλει τις από αυτόν προβλεπόμενες κυρώσεις στον Ορκωτό Ελεγκτή
Λογιστή ή στην ελεγκτική εταιρεία.

Τέλος, με την παράγραφο 4 της
προτεινόμενης ρύθμισης ορίζεται ότι με απόφαση του Διοικητή της
Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της
ΕΛΤΕ, καθορίζονται τα συγκεκριμένα επί μέρους φορολογικά αντικείμενα του
ελέγχου, ενδεχόμενες συγκεκριμένες ελεγκτικές επαληθεύσεις που πρέπει
να διενεργούνται, το ειδικότερο περιεχόμενο του πιστοποιητικού που
εκδίδεται και οι επιφυλάξεις που τυχόν διατυπώνονται σε αυτό, ο τρόπος, ο
χρόνος και η διαδικασία υποβολής του και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
Η
Απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ΠΟΛ.1124/2015 (Β’ 1196),
όπως έχει τροποποιηθεί, εξακολουθεί να ισχύει δυνάμενη να τροποποιηθεί ή
να αντικατασταθεί με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής
Δημοσίων Εσόδων, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη της ΕΛΤΕ.

Μεταβατικές διατάξεις και έναρξη εφαρμογήςΓια τις υποθέσεις στις οποίες δεν έχει ολοκληρωθεί η επιβολή του
προστίμου της παρ. 5 του άρθρου 82 του ν.2238/1994, πριν από την
κατάργησή τους με τον παρόντα νόμο, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου
65 Α ΚΦΕ, όπως αντικαθίστανται με τις διατάξεις του άρθρου 37 του φορολογικού νομοσχεδίου. Για τις παραβάσεις στις οποίες είχαν εφαρμογή οι διατάξεις της
παρ. 5 του άρθρου 82 του ν.2238/1994, πριν από την κατάργησή τους με
το φορολογικό νομοσχέδιο, επιβάλλονται από την ΕΛΤΕ κυρώσεις όπως προβλέπονται
στα άρθρα 34-35 του ν. 4449/2017 μετά από την διαβίβαση σχετικής
πληροφοριακής έκθεσης των ελεγκτικών υπηρεσιών της ΑΑΔΕ.Με το άρθρο 67 του φορολογικού νομοσχεδίου και συγκεκριμένα με την περίπτωση β’ της παραγράφου 5 και την παράγραφο 9, καταργούνται διατάξεις σχετικές με κυρώσεις στους ελεγκτές και στα ελεγκτικά γραφεία για το ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό.Με την περίπτωση β’ της παραγράφου 5 καταργείται η παράγραφος 8 του άρθρου 10 της ΠΟΛ.1159/2011 «Καθορισμός της διαδικασίας εφαρμογής της παραγράφου 5
του άρθρου 82 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994)
αναφορικά με το Ετήσιο Πιστοποιητικό που θα εκδίδεται από Νόμιμους
Ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία εγγεγραμμένα στο δημόσιο Μητρώο του ν.
3693/2008 (ΦΕΚ Α’ 174).
» η οποία έχει ως εξής:«8. Εφόσον από μεταγενέστερο έλεγχο της Φορολογικής Διοίκησης προκύψουν πρόσθετες επιβαρύνσεις, σε σχέση με τα φορολογικά αντικείμενα που ορίζονται στο πρόγραμμα ελέγχου του Παραρτήματος III, επιβάλλεται στο Νόμιμο Ελεγκτή και στο ελεγκτικό γραφείο διοικητικό πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997, κατόπιν γνώμης της Ε.Λ.Τ.Ε., η οποία θα πρέπει να παρασχεθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από τη λήψη σχετικού εγγράφου από τη Φορολογική Διοίκηση με το οποίο θα γνωστοποιείται προς την Ε.Λ.Τ.Ε. η ελεγχόμενη επιχείρηση, ο Νόμιμος Ελεγκτής και το ελεγκτικό γραφείο, ανεξάρτητα αν οι πρόσθετες επιβαρύνσεις θα καταβληθούν από την ελεγχόμενη επιχείρηση.Σε περίπτωση αμφισβήτησης από την ελεγχόμενη επιχείρηση των πρόσθετων επιβαρύνσεων και υποβολής ενδικοφανούς προσφυγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, οι ως άνω διοικητικές κυρώσεις κατά των Νόμιμων Ελεγκτών και ελεγκτικών γραφείων επιβάλλονται μετά την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, εξαιρουμένων των περιπτώσεων για τις οποίες ο χρόνος που απαιτείται για την απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών οδηγεί σε παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση καταλογιστικής πράξης.»Με την παράγραφο 9 καταργείται από 01/01/2017 η παράγραφος 6 του άρθρου 8 της ΠΟΛ.1124/2015 «Καθορισμός της διαδικασίας εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 65Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (N. 4174/2013, Φ.Ε.Κ. 170Α’), σχετικά με το Ετήσιο Πιστοποιητικό που εκδίδεται από Νόμιμους Ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία εγγεγραμμένα στο δημόσιο Μητρώο του N. 3693/2008 (Φ.Ε.Κ. 174Α’)» η οποία έχει ως εξής:«6. Εφόσον από μεταγενέστερο έλεγχο της Φορολογικής Διοίκησης προκύψουν πρόσθετες επιβαρύνσεις, σε σχέση με τα φορολογικά αντικείμενα που ορίζονται στο πρόγραμμα ελέγχου του Παραρτήματος ΙΙΙ, επιβάλλεται στο Νόμιμο Ελεγκτή και στο ελεγκτικό γραφείο διοικητικό πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 4 του Ν. 2523/1997, κατόπιν γνώμης της Ε.Λ.Τ.Ε., η οποία θα πρέπει να παρασχεθεί εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από τη λήψη σχετικού εγγράφου από τη Φορολογική Διοίκηση με το οποίο θα γνωστοποιείται προς την Ε.Λ.Τ.Ε. η ελεγχόμενη επιχείρηση, ο Νόμιμος Ελεγκτής και το ελεγκτικό γραφείο, ανεξάρτητα αν οι πρόσθετες επιβαρύνσεις θα καταβληθούν από την ελεγχόμενη επιχείρηση.Σε περίπτωση αμφισβήτησης από την ελεγχόμενη επιχείρηση των πρόσθετων επιβαρύνσεων και υποβολής ενδικοφανούς προσφυγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του Ν. 4174/2013, οι ως άνω διοικητικές κυρώσεις κατά των Νόμιμων Ελεγκτών και ελεγκτικών γραφείων επιβάλλονται μετά την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας από τη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών, εξαιρουμένων των περιπτώσεων για τις οποίες ο χρόνος που απαιτείται για την απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών οδηγεί σε παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου για έκδοση καταλογιστικής πράξης.«Με την περίπτωση α’ της παραγράφου 5 καταργείται και η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 η οποία έχει ως εξής:«4. Στους νόμιμους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία που παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του Κ.Φ.Ε. και της κανονιστικής απόφασης που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου και Κώδικα, επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διοικητικό πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης και την ενδεχόμενη υποτροπή.«

Πηγή: Taxheaven