Θ. Μητράκος: «Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές θα πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν σε πληροφοριακά συστήματα, στην ενίσχυση των δομών και στη διαρκή εκπαίδευση του προσωπικού»
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ κ. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΗΤΡΑΚΟΥ στο 10th INSURANCE CONFERENCE “THE FUTURE IS NOW”«Πρόσφατες εξελίξεις και προοπτικές της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς»Τετάρτη 21 Ιουνίου 2017 Ξενοδοχείο Divani CaravelΚυρίες και κύριοι,Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκληση και την ευκαιρία που μου δίνετε σήμερα να βρεθώ κοντά στους επαγγελματίες και τους φορείς της ιδιωτικής ασφαλιστικής αγοράς. Η περίοδος που έχει μεσολαβήσει από το περσινό Συνέδριο ήταν εξαιρετικά σημαντική για τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Η μετάβαση στο νέο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο της “Φερεγγυότητα ΙΙ”, ένα και πλέον έτος μετά την την έναρξη ισχύος του, έχει πλέον ολοκληρωθεί και ο κλάδος λειτουργεί με βάση ένα κοινό και συνεκτικό ευρωπαϊκό πλαίσιο εποπτείας με σαφή προσανατολισμό στην αξιολόγηση και διαχείριση κινδύνων. Λειτουργεί, επίσης, με υψηλότερο βαθμό διαφάνειας καθώς οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δημοσιοποιούν πλέον, με ευθύνη των Διοικητικών Συμβουλίων τους, στοιχεία αναφορικά με τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση. 1. Η εμπειρία μας από τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του πλαισίου “Φερεγγυότητα ΙΙ”Η ασφαλιστική αγορά, κατά τον πρώτο αυτό χρόνο εφαρμογής του νέου πλαισίου, επέδειξε ωριμότητα αλλά και συνέπεια ως προς την προσαρμογή της στις νέες εποπτικές απαιτήσεις. Φαίνεται να αναγνωρίζει τις ευκαιρίες που προκύπτουν από την εμπέδωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στον πυλώνα της ιδιωτικής ασφάλισης, όπως ήδη συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς την ενίσχυση των εταιρικών τους δομών και την αναμόρφωση των συστημάτων εταιρικής διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων, την αναβάθμιση των πληροφοριακών τους συστημάτων, τον εκσυγχρονισμό των υποδομών τους, τη διαρκή εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού τους και τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού τους. Επίσης, για πρώτη φορά, σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαφάνειας του τρίτου πυλώνα του νέου θεσμικού πλαισίου και ως μέρος της Έκθεσης Φερεγγυότητας και Χρηματοοικονομικής Κατάστασης (SFCR), οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, πολύ πρόσφατα δημοσιοποίησαν αναλυτικές πληροφορίες για το σύστημα διακυβέρνησής τους, τα οικονομικά και λειτουργικά τους αποτελέσματα, το προφίλ κινδύνου τους και την αποτίμηση των χρηματοοικονομικών τους στοιχείων για σκοπούς φερεγγυότητας. Μετά τη νέα αυτή εξέλιξη, το καταναλωτικό κοινό και οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος τρίτος έχει πλέον τη δυνατότητα να ενημερώνεται, τουλάχιστον ετησίως, για τη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, αξιοποιώντας την πληροφόρηση αυτή για την αξιολόγηση της επιχείρησης με την οποία θα επιλέξει να συνεργαστεί ή να τοποθετήσει επενδυτικά κεφάλαια.Επιπλέον, προσπάθειες έχουν γίνει και για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση του δείκτη φερεγγυότητάς τους. Το αποτέλεσμα αυτό αποτυπώνεται θετικά και στα αποτελέσματα της ευρωπαϊκής άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests) που έλαβε χώρα το 2016 με τη συμμετοχή 236 επιχειρήσεων από 30 χώρες (μεταξύ αυτών 8 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με δραστηριότητα στην Ελλάδα), υπό την καθοδήγηση και το συντονισμό της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA). Η άσκηση επιβεβαίωσε ωστόσο και την ευαισθησία του κλάδου, πανευρωπαϊκά, σε συνθήκες χαμηλών επιτοκίων, οι οποίες δυνητικά θα ασκούσαν πιέσεις στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, απειλώντας τη βιωσιμότητά τους, ιδιαίτερα δε εκείνων που προωθούν προϊόντα με ενσωματωμένες μακροχρόνιες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις. Κυρίες και κύριοι, παρά την ανθεκτικότητα που έδειξε ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης, δεν θα πρέπει να εφησυχάζει, αλλά θα πρέπει να συνεχίσει με αμείωτο ρυθμό τις προσπάθειές του. Η εποπτική αρχή βρίσκεται δίπλα στις προσπάθειες της ασφαλιστικής αγοράς. Η εποπτεία, σε στενή συνεργασία με τα στελέχη της αγοράς, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον κίνδυνο. Μάλιστα, το 2016 στελέχη της Τράπεζας της Ελλάδος πραγματοποίησαν πολυάριθμες συναντήσεις με στελέχη ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο στοχευμένων θεματικών ενοτήτων (επενδυτική πολιτική, επιχειρηματικό μοντέλο κ.ά.). 2. Βασικά δεδομένα και προοπτικές ανάπτυξης της ασφαλιστικής αγοράςΜετά και από τις πρόσφατες εξελίξεις στον κλάδο, με την ανάκληση της άδειας δύο επιχειρήσεων, οι εποπτευόμενες από την Τράπεζα της Ελλάδος ασφαλιστικές επιχειρήσεις ανέρχονται πλέον σε 43. Εκτός αυτών, στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά δραστηριοποιούνται επίσης 20 υποκαταστήματα ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, καθώς και 16 ευρωπαϊκές ασφαλιστικές επιχειρήσεις με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.Αναφορικά με το μέγεθος της αγοράς, σημειώνεται ότι το σύνολο του ενεργητικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα στην Ελλάδα, στο τέλος του 2016, ανήλθε σε 15,9 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων 11,1 δισεκ. ευρώ αφορούσαν σε επενδύσεις της επιχείρησης και 2,3 δισεκ. ευρώ αφορούσαν επενδύσεις για ασφαλίσεις τον επενδυτικό κίνδυνο των οποίων φέρουν οι ασφαλισμένοι (unit-linked). Στον αντίποδα, οι συνολικές υποχρεώσεις τους ανήλθαν σε 12,9 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων διαμορφώνεται σε 11,7 δισεκ. ευρώ (6,1 δισεκ. ευρώ αφορούσαν ασφαλίσεις ζωής, 2,4 δισεκ. ευρώ unit-linked και 3,2 δισεκ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών).Κυρίες και κύριοι, Η έναρξη της “Φερεγγυότητα ΙΙ” έγινε σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την ελληνική οικονομία. Εκτός από τη παγκόσμια πρόκληση των χαμηλών επιτοκίων, το εγχώριο μακροοικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από παρατεταμένη ύφεση, υψηλό επίπεδο ανεργίας και σημαντική υποχώρηση του κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Αναπόφευκτα λοιπόν, η εγχώρια ασφαλιστική αγορά συρρικνώθηκε. To 2016 τα ετήσια ασφάλιστρα των εποπτευομένων από την Τράπεζα της Ελλάδος εταιριών διαμορφώθηκαν σε 3,5 δισεκ. ευρώ, σχεδόν αμετάβλητα σε σχέση με το 2015, ενώ η σωρευτική μείωση της περιόδου 2010-2016 έφθασε το 34% και ήταν μεγαλύτερη από τη μείωση του ΑΕΠ. Παρά τις πιέσεις από το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, η ασφαλιστική αγορά εμφανίζει επάρκεια κεφαλαίων καλής ποιότητας, καθώς το 92% των επιλέξιμων κεφαλαίων ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1), δείγμα των προσπαθειών των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως προανέφερα. Η Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (SCR) για το σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς κατά την 31.12.2016 διαμορφώθηκε σε 1,7 δισεκ. ευρώ, με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 2,7 δισεκ. ευρώ και το δείκτη SCR να ανέρχεται σε 163%. Επιπροσθέτως, η συνολική Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) διαμορφώθηκε σε 634 εκατ. ευρώ, με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 2,6 δισεκ. ευρώ και να αφορούν εξ ολοκλήρου κεφάλαια Κατηγορίας 1. Ο δείκτης MCR διαμορφώθηκε σε 417%Αν και οι αβεβαιότητες είναι πάντα υπαρκτές, όχι μόνο για την ελληνική αλλά και την παγκόσμια οικονομία, και οι προκλήσεις για τον ασφαλιστικό κλάδο στην Ελλάδα είναι μεγάλες, οι ευκαιρίες για ανάπτυξη είναι πολλές. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι στο υφιστάμενο επίπεδο ασφαλίστρων η ελληνική αγορά είναι σημαντικά υποασφαλισμένη σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά μεγέθη. Εξάλλου, η παραγωγή ασφαλίστρων ως ποσοστό του ΑΕΠ στη χώρα μας παραμένει σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο, περίπου 2%, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σχεδόν τετραπλάσιος. Το ασφαλιστικό εξακολουθεί να αποτελεί μια από τις βασικές προτεραιότητες στο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που πρέπει να εφαρμόσει η Πολιτεία, και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να αναλάβουν χρήσιμο ρόλο στην προσπάθεια αυτή παρέχοντας την υψηλή τεχνογνωσία τους π.χ. ως φορείς διαχείρισης ιδρυμάτων επαγγελματικής ασφάλισης. Επιπλέον, στην προσπάθεια να ενθαρρυνθούν οι προσωπικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις, η ευρωπαϊκή αγορά ιδιωτικής ασφάλισης βρίσκεται ήδη σε προχωρημένες συζητήσεις σχετικά με την ανάπτυξη εσωτερικής αγοράς στην ΕΕ, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη ενός «πανευρωπαϊκού προσωπικού συνταξιοδοτικού προϊόντος» (PEPP), με απλουστευμένη δομή, τυποποιημένους όρους ασφάλισης και χαρακτηριστικά, συγκρατημένο κόστος και υψηλή αξιοπιστία. Ως χώρα παρακολουθούμε αυτές τις εξελίξεις, προκειμένου να διαμορφώσουμε καλύτερη άποψη για τις δυνατότητες συμμετοχής της εγχώριας ασφαλιστικής αγοράς και την ετοιμότητα που θα μπορούσε να επιδείξει στα νέα δεδομένα.Εκτός του συνταξιοδοτικού σκέλους του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, σημαντικές αλλαγές έχουν λάβει χώρα τα τελευταία χρόνια και στο ελληνικό σύστημα υγείας. Ο τομέας ιδιωτικής ασφάλισης καλείται τα επόμενα χρόνια να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην κάλυψη πρόσθετων αναγκών των πολιτών για υπηρεσίες υγείας, αναλαμβάνοντας την κάλυψη κινδύνων και παροχών προς τους ασφαλισμένους τις οποίες δεν παρέχει, στο σύνολό τους, το δημόσιο σύστημα υγείας.Ένας άλλος τομέας στον οποίο η ιδιωτική ασφάλιση στην Ελλάδα μπορεί να συνεισφέρει είναι η κάλυψη καταστροφικών κινδύνων, όπως είναι η πλημμύρα, η πυρκαγιά και ο σεισμός. Το χαμηλό ποσοστό ασφαλιστικής διείσδυσης στον τομέα αυτό στη χώρα μας, εκτός της απώλειας εσόδων για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, συνεπάγεται και την επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού με την απορρόφηση κονδυλίων του για την αποζημίωση των, μη καλυπτόμενων από κάποιο ασφαλιστικό προϊόν, πληγέντων κατόπιν επέλευσης τέτοιων καταστροφικών γεγονότων. Η υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη των δανειοληπτών για αγορά κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης αποτελεί μόνο ένα μέρος της επίλυσης του εν λόγω προβλήματος. Τα περιθώρια ανάπτυξης των κλάδων ασφάλισης για αυτούς τους κινδύνους είναι αναμφίβολα μεγάλα, δεδομένης και της παρατηρούμενης μετάλλαξης του οικοσυστήματος. Το ζητούμενο είναι η δημιουργία καινοτόμων προϊόντων, προσαρμοσμένων στην τρέχουσα οικονομική συγκυρία και στις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων. Τόσο οι συντάξεις και η υγεία όσο και οι φυσικές καταστροφές είναι τομείς οι οποίοι θα μπορούσαν να ωφεληθούν από τις συνέργειες μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, μέσα σε ένα μακρόπνοο πλαίσιο εθνικής στρατηγικής, με σαφώς καθορισμένους όρους συνεργασίας και συμμετοχής του κάθε τομέα και αυξημένο επίπεδο εποπτείας και διαφάνειας τόσο για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις όσο και για τους δικαιούχους του συστήματος. Φυσικά, οι συμμετέχουσες, από τον ιδιωτικό τομέα, ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να πληρούν υψηλά πρότυπα λειτουργίας και φερεγγυότητας, ώστε να διασφαλίζεται η μακροχρόνια βιωσιμότητα και λογική συνέχεια του εγχειρήματος.Προβλήματα δημιουργούνται για την κοινωνία και την ασφαλιστική αγορά και από τα ανασφάλιστα οχήματα, η κυκλοφορία των οποίων επιβαρύνει τους συνεπείς ασφαλισμένους, τόσο λόγω των πραγματικών κινδύνων που αυτή συνεπάγεται όσο και οικονομικά, δεδομένης της επιβάρυνσης των ασφαλίστρων από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις για την πρόβλεψη κάλυψης ατυχημάτων από αυτά τα οχήματα. Ένα πρώτο σημαντικό βήμα για τη διασταύρωση στοιχείων και εντοπισμού των ανασφάλιστων οχημάτων έγινε πρόσφατα από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Το στοίχημα για την ασφαλιστική αγορά είναι η ένταξη των ανασφάλιστων οχημάτων με όρους που συνδυάζουν το κοινωνικό συμφέρον, την προστασία του συνόλου των ασφαλισμένων και τη διασφάλιση της συνέχειας των εργασιών για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις.3. Το μέλλον της διαμεσολάβησης και η προστασία του καταναλωτή Η αγορά ιδιωτικής ασφάλισης χαρακτηρίζεται από ασυμμετρία πληροφόρησης, καθώς το επίπεδο γνώσης των καταναλωτών σχετικά με τους κινδύνους διαφέρει σημαντικά συγκρινόμενο με το επίπεδο γνώσης τόσο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων όσο και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών. Προς την κατεύθυνση της προστασίας του καταναλωτικού κοινού εντάσσεται μια σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων για την αναμόρφωση της ασφαλιστικής αγοράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα, εντός του επόμενου έτους θα τεθεί σε εφαρμογή ο Κανονισμός για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής με επενδυτικά χαρακτηριστικά, γνωστός και ως Κανονισμός PRIIPs (Packaged Retail and Insurance-based Investment Products − PRIIP). Έχει επίσης υιοθετηθεί από 1.1.2016 η Οδηγία για τα δίκτυα διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, γνωστή και ως IDD (Insurance Distribution Directive), η οποία αναμένεται να ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο μέχρι τις 23 Φεβρουαρίου 2018. Τόσο ο Κανονισμός όσο και η Οδηγία επιφέρουν σημαντικές αλλαγές στον τρόπο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων, αυξάνοντας τις απαιτήσεις όχι μόνο για την ασφαλιστική αγορά αλλά και για την εποπτική αρχή. O Κανονισμός ενσωματώνει τις σύγχρονες τάσεις της ενωσιακής νομοθεσίας, εισάγοντας ρυθμίσεις που αφορούν όχι μόνο την ασφαλιστική αλλά και άλλες αγορές (π.χ. τραπεζική) που προσφέρουν επενδυτικά προϊόντα, ρυθμίσεις για την ενίσχυση διασυνοριακών εργασιών και την τυποποίηση της παρεχόμενης πληροφόρησης για “συσκευασμένα” επενδυτικά προϊόντα (PRIPs) αλλά και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα στην ασφάλιση (IBIPs) η αξία εξαγοράς των οποίων εκτίθεται στις διακυμάνσεις της αγοράς. Στο πλαίσιο της παρεχόμενης πληροφόρησης, ο Κανονισμός εισάγει το Έντυπο Βασικών Πληροφοριών (KID – key information document) για κάθε επενδυτικό προϊόν, προκειμένου ο καταναλωτής να μπορεί να διαμορφώσει ολοκληρωμένη άποψη για το προϊόν και να το συγκρίνει με αντίστοιχα προϊόντα, ασφαλιστικά και μη. Σε περίπτωση που το έντυπο είναι παραπλανητικό, ανακριβές ή ασυνεπές με τον Κανονισμό, ο καταναλωτής δικαιούται να αξιώσει αποζημίωση από τον παραγωγό του προϊόντος, για την αποκατάσταση τυχόν οικονομικής ζημιάς.Στην εξάλειψη φαινομένων ασύμμετρης πληροφόρησης στοχεύει και η Οδηγία για τα δίκτυα διανομής προϊόντων, η οποία προσανατολίζεται στην προώθηση (σε περιβάλλον ενιαίας αγοράς και υγιούς ανταγωνισμού) προϊόντων και υπηρεσιών που πληρούν αποδεκτά πρότυπα. Η Οδηγία περιγράφει τα απαιτούμενα βήματα από το σχεδιασμό ενός προϊόντος μέχρι τη διανομή του στους καταναλωτές. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πληροφόρηση και το επίπεδο κατανόησης των εν δυνάμει πελατών για το προϊόν, καθώς και σενάρια που θα ενσωματώνουν μεταξύ άλλων τον κίνδυνο να αποβεί το προϊόν επιζήμιο για τους πελάτες. Συνεπώς, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής θα πρέπει να κατανοεί πλήρως τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και τις ανάγκες των πελατών στους οποίους στοχεύει. Η ευθύνη της επιχείρησης συνεχίζεται και μετά τη διάθεση του προϊόντος, με την υποχρέωσή της να εντοπίζει πιθανούς κινδύνους, να λαμβάνει σχετική ενημέρωση από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, να ελέγχει τη συμμόρφωση των τελευταίων και να δίνει οδηγίες και, φυσικά, να λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα, όταν αυτό απαιτείται.Οι προσδοκίες από τη νέα Οδηγία είναι πολλές και εστιάζονται στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης του καταναλωτικού κοινού προς τους θεσμούς τόσο της ιδιωτικής ασφάλισης όσο και της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, με απώτερο στόχο την επίτευξη μεγαλύτερων ποσοστών διείσδυσης της ιδιωτικής ασφάλισης στα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Όλα τα ανωτέρω θέτουν αυξημένες υποχρεώσεις ενημέρωσης και δεοντολογίας, θεμελιώδη χαρακτηριστικά για τη διαμόρφωση και ανάπτυξη μιας ενιαίας αγοράς. Η πιστοποίηση και η διά βίου εκπαίδευση των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, η οποία προβλέπεται και στην Οδηγία IDD, είναι απαραίτητη για την επίτευξη της μεγαλύτερης δυνατής συνέπειας προς το σύνολο των κοινοτικών διατάξεων και τη διαμόρφωση μιας διαφανούς ασφαλιστικής αγοράς. Το 2016 εγκρίθηκαν 48 σεμινάρια ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και χορηγήθηκαν περίπου 4.300 πιστοποιητικά γνώσεων σε (αντ)ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Προς αυτή την κατεύθυνση, η Εποπτική Αρχή έχει αναδείξει τη σημασία που έχει η δημιουργία ενός Ενιαίου Μητρώου Διαμεσολαβητών, το οποίο προβλέπεται και από την IDD και θα μπορούσε να διευκολύνει τη διαχείριση και τον έλεγχο των επαγγελματιών του χώρου, κάτι το οποίο καθίσταται δυσχερές από την τήρηση των απαιτούμενων στοιχείων στα κατά τόπους αρμόδια επαγγελματικά επιμελητήρια, βάσει της τρέχουσας πρακτικής. Οι καταναλωτές ασφαλιστικών προϊόντων και υπηρεσιών θα πρέπει να λαμβάνουν γνώση για το σύνολο των χαρακτηριστικών των ασφαλιστικών τους επιλογών, συμπεριλαμβανομένων των συμβατικών όρων, του κόστους και των κινδύνων που συνεπάγεται η επιλογή ενός δεδομένου ασφαλιστικού προϊόντος. Αυτοί που έχουν μέλλον στην ασφαλιστική αγορά είναι αυτοί που γνωρίζουν καλά το προϊόν τους, καθώς και το πλέγμα των υποχρεώσεών τους, και απευθύνονται στους πελάτες τους με ειλικρίνεια και συνέπεια, έχοντας πλήρη κατανόηση των αναγκών τους και των βέλτιστων για αυτούς ασφαλιστικών λύσεων.4. Insurtech – Cyber RisksΚυρίες και κύριοι, Ιδιαίτερη σημασία για τον καταναλωτή και την ίδια την ασφαλιστική αγορά έχει η χρήση σύγχρονων τεχνολογιών και καινοτόμων λύσεων για την παροχή ασφαλιστικών υπηρεσιών (insurtech). Ενδεικτικά, ήδη λειτουργούν ενοποιημένες πλατφόρμες που προσφέρουν σύγκριση τιμών και ασφαλιστικών καλύψεων, ενώ η ψηφιοποίηση της διαδικασίας διανομής των ασφαλιστικών προϊόντων επιτρέπει στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να προσφέρουν μια «πολυκαναλική» εμπειρία στους καταναλωτές, παρέχοντάς τους ταυτόχρονα εξατομικευμένα προϊόντα, προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους.Η έλευση των νέων τεχνολογιών δύναται επίσης να επιφέρει σημαντικές καινοτομίες στις ασφαλιστικές λειτουργίες, όπως για παράδειγμα πληρέστερη εκτίμηση κινδύνων (underwriting), μεγαλύτερη ακρίβεια στην τιμολόγηση των ασφαλιστικών προϊόντων, αυτοματοποίηση εργασιών συντελώντας στη μείωση του λειτουργικού κόστους και, τέλος, καλύτερη και προσωποποιημένη εξυπηρέτηση πελατών. Η διαθεσιμότητα μεγάλου όγκου προσωπικών δεδομένων (big data) που προέρχονται από καθημερινές λειτουργίες των καταναλωτών, όπως για παράδειγμα η χρήση κινητών τηλεφώνων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, και οι δυνατότητες που προκύπτουν από την ανάλυση αυτών αναμένεται να αλλάξουν σημαντικά τα μοντέλα εκτίμησης κινδύνων και να συνεισφέρουν αποτελεσματικά στην καταπολέμηση της ασφαλιστικής απάτης. Παρά το γεγονός ότι οι εξελίξεις αυτές μπορούν να αποφέρουν οφέλη, ταυτόχρονα ελλοχεύουν νέοι κίνδυνοι. Η ασφαλιστική αγορά στηρίζεται στην εμπιστοσύνη μεταξύ των ασφαλιστών και των πελατών τους, επομένως η εμπιστευτικότητα και η ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων των πελατών είναι πρωταρχικής σημασίας. Η ψηφιοποίηση και η αύξηση των δεδομένων που έχουν στην κατοχή τους οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αυξάνουν αντίστοιχα και την ευθύνη τους για την προστασία τους. Ιδιαίτερη προστασία απαιτείται για τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, όπως π.χ. τα ιατρικά δεδομένα ασφαλισμένων, στο πλαίσιο της εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Δεδομένων (679/2016), που αναμένεται να τεθεί σε ισχύ το Μάιο του 2018. Επιπλέον, για την προστασία τόσο των συστημάτων όσο και των δεδομένων από τις κυβερνοεπιθέσεις, που αυξάνονται σε αριθμό, πολυπλοκότητα και σοβαρότητα, πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί ελέγχου για την αποτροπή τους και να ληφθούν μέτρα που θα εξασφαλίσουν την αδιάλειπτη λειτουργία των επιχειρήσεων. Η ψηφιοποίηση και οι νέες τεχνολογίες στον ασφαλιστικό τομέα ήρθαν για να μείνουν και θα πρέπει να αξιοποιηθούν σωστά ώστε να αποτελέσουν ευκαιρία για παροχή καλύτερων υπηρεσιών και προϊόντων στους καταναλωτές, καθώς και μείωση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων. Η εποπτεία καλείται να συμβάλει στον εντοπισμό και περιορισμό των αναδυόμενων κινδύνων, με απώτερο σκοπό την προστασία του καταναλωτή και τη διατήρηση της σταθερότητας της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς.Κυρίες και κύριοι,Κλείνοντας, θα ήθελα να επισημάνω ότι τα τελευταία χρόνια η ασφαλιστική αγορά έχει κάνει σημαντικά βήματα. Ωστόσο, οι κίνδυνοι παραμένουν υπαρκτοί και δεν θα πρέπει να εφησυχάζουμε. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές θα πρέπει να συνεχίσετε να επενδύετε σε πληροφοριακά συστήματα, στην ενίσχυση των δομών σας και στη διαρκή εκπαίδευση του προσωπικού σας. Στόχος όλων μας είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας της ενιαίας εσωτερικής αγοράς και η περαιτέρω ανάπτυξή της, προς όφελος των καταναλωτών αλλά και των επιχειρήσεων. Υπάρχουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης για τον ασφαλιστικό κλάδο στην Ελλάδα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται περίτρανα από τις παρατηρούμενες επενδυτικές κινήσεις στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά και τη συμμετοχή στρατηγικών επενδυτών σε εγχώριες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Το ασφαλιστικό, τα θέματα υγείας, οι κίνδυνοι από τις φυσικές καταστροφές δίνουν τη δυνατότητα στην ιδιωτική ασφάλιση να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς το σημαντικό ρόλο του δημόσιου πυλώνα, που δεν μπορεί να υποκατασταθεί. Προκειμένου να ενισχυθούν οι προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου, απαιτείται φυσικά η βελτίωση της οικονομικής συγκυρίας, που θα οδηγήσει με τη σειρά της σε αύξηση της ασφαλιστικής δαπάνης από καταναλωτές και επιχειρήσεις. Είναι θετικό ότι πρόσφατες εξελίξεις, αλλά και αρκετοί βραχυχρόνιοι οικονομικοί δείκτες, μας κάνουν να είμαστε πιο αισιόδοξοι και για τη συνολικότερη πορεία της ελληνικής οικονομίας.