Χαρτοσήμανση διαγραφής απαιτήσεων
Της Τατιάνας Ψαριανού*
πολύ σημαντικό θέμα των επιχειρήσεων, που αντιμετωπίζουν συχνότατα –
αφού είναι συνυφασμένο με τα συναλλακτικά ήθη και τις οικονομικές
συνθήκες της χώρας μας -, είναι οι ανεπίδεκτες εισπράξεων απαιτήσεις από
πελάτες που αδυνατούν ή αρνούνται, για διάφορους λόγους, να εξοφλήσουν
το υπόλοιπο των λογαριασμών τους. Τα θέματα που ανακύπτουν από τις
απαιτήσεις αυτές είναι αρκετά και η σωστή αντιμετώπισή τους απαιτεί τους
κατάλληλους λογιστικούς και φορολογικούς χειρισμούς, ώστε η επιχείρηση
να μην επωμιστεί τις συνέπειες των σχετικών νόμων.
Εμείς
εδώ θα εξετάσουμε τη θεώρηση και το χαρακτηρισμό των απαιτήσεων αυτών
από το υπουργείο Οικονομικών, προκειμένου να επιβληθεί ή όχι χαρτόσημο
στα ποσά των διαγραφών των επισφαλειών. Και είναι κρίσιμο το εν λόγω
θέμα, επειδή οι έννοιες που καθορίζουν την ταυτότητα της διαγραφής τής
επισφαλούς απαίτησης είναι λεπτές και από τον χαρακτηρισμό αυτόν
εξαρτάται η χαρτοσήμανση ή μη της διαγραφής των απαιτήσεων, που, σε
αρκετές περιπτώσεις, το αναλογούν ποσό του χαρτοσήμου μπορεί να είναι
αρκετά υψηλό.Κατ’ αρχάς, ο χαρακτηρισμός μιας απαίτησης ως
ανεπίδεκτης εισπράξεως δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να θεωρηθεί σαν
δωρεά, αφού, βάσει του άρθρου 496 του Αστικού Κώδικα, η δωρεά
προϋποθέτει την «παροχή σε κάποιον ενός περιουσιακού αντικειμένου», κάτι
το οποίο εδώ δεν υφίσταται.Ούτε ως άφεση χρέους, όμως, θα
μπορούσε να χαρακτηριστεί, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 454 του Αστικού
Κώδικα, άφεση χρέους υφίσταται «Όταν ο δανειστής συμφωνήσει με τον
οφειλέτη την άφεση του χρέους, ή με σύμβαση μαζί του αναγνωρίσει ότι δεν
υπάρχει το χρέος, (και) επέρχεται απόσβεση της ενοχής». Στην περίπτωση
της διαγραφής επισφαλούς απαίτησης δεν έχουμε δανειστή και οφειλέτη ούτε
και υπογραφή κάποιου είδους σύμβασης, προκειμένου να διαγραφεί το χρέος
αυτό.Ομοίως, η διαγραφή απαίτησης δεν αποτελεί συμβιβασμό, όπου
σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα (άρθρο 871), «Με τη σύμβαση του
συμβιβασμού οι συμβαλλόμενοι διαλύουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις μια
φιλονικία τους ή μια αβεβαιότητα για κάποια έννομη σχέση», αφού, στην
προκειμένη περίπτωση, υπάρχουν μονομερείς υποχωρήσεις.Επομένως, η
απόφαση μιας επιχείρησης να χαρακτηρίσει ένα μέρος των απαιτήσεών της
ως ανεπίδεκτων εισπράξεως, είναι μια πράξη που δε χαρτοσημαίνεται, αφού,
όπως προαναφέραμε, δεν αποτελεί ούτε άφεση χρέους ούτε συμβιβασμό, αλλά
ούτε και δωρεά, για να υπάρξει η ανάλογη φορολογική επιβάρυνση.Κατά την άποψή μας, στην περίπτωση αυτή, θα ισχύσουν οι φορολογικές διατάξεις του Ν.4172/2013
(άρθρο 26) περί χαρακτηρισμού επισφαλών απαιτήσεων και εφόσον
πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος, μπορούν οι απαιτήσεις
αυτές να διαγραφούν και να αναγνωριστούν φορολογικά, χωρίς την επιβολή
τέλους χαρτοσήμου.*Η κ. Τατιάνα Ψαριανού είναι Διευθύνουσα Σύμβουλος της εταιρίας οικονομικών συμβούλων και ελεγκτών «Γραφείο Ψαριανού Α.Ε.»