Eνιαία παροχή, που αποτελείται από δύο διακριτά στοιχεία, εκ των οποίων το ένα είναι κύριο και το άλλο παρεπόμενο και τα οποία, αν προσφέρονταν χωριστά, θα υπάγονταν σε διαφορετικούς συντελεστές ΦΠΑ, φορολογούνται με τον συντελεστή ΦΠΑ που ισχύει για την ενιαία αυτή παροχή ο οποίος καθορίζεται βάσει του κύριου στοιχείου.
Μια απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα, εξέτασε το κατά πόσον μια ενιαία παροχή, που αποτελείται από δύο διακριτά στοιχεία, εκ των οποίων το ένα
είναι κύριο και το άλλο παρεπόμενο, και τα οποία, αν προσφέρονταν
χωριστά, θα υπάγονταν σε διαφορετικούς συντελεστές ΦΠΑ, πρέπει να
φορολογηθεί με τους συντελεστές ΦΠΑ που ισχύουν για τα στοιχεία αυτά,
όταν μπορεί να προσδιοριστεί η τιμή του κάθε στοιχείου που συναποτελεί
τη συνολική τιμή την οποία καταβάλλει ο καταναλωτής για την παροχή αυτή.
Ιστορικό
Η Stadion Amsterdam είναι εταιρία που εκμεταλλεύεται συγκρότημα κτηρίων
πολλαπλών χρήσεων, με την ονομασία Arena, το οποίο αποτελείται από ένα
στάδιο και παρεπόμενες εγκαταστάσεις. Στο ίδιο συγκρότημα βρίσκεται το
μουσείο της ποδοσφαιρικής ομάδας AFC Ajax (στο εξής: AFC Ajax).
Η Stadion Amsterdam εκμισθώνει το στάδιο σε τρίτους για τη διεξαγωγή
αθλητικών διοργανώσεων και, περιστασιακά, για καλλιτεχνικές παραστάσεις.
Επίσης, σε περιόδους που δεν διεξάγονται αθλητικές και μουσικές
διοργανώσεις, προσφέρει τη δυνατότητα επισκέψεων στην Arena, στο πλαίσιο
τουριστικών επισκέψεων έναντι αμοιβής, υπό τον τίτλο «World of Ajax»,
οι οποίες περιλαμβάνουν ξενάγηση στο στάδιο και επίσκεψη, χωρίς ξεναγό,
στο μουσείο της AFC Ajax. Κατά τις επισκέψεις αυτές οι συμμετέχοντες,
συνοδευόμενοι από ξεναγό που τους παρέχει πληροφορίες για την AFC Ajax,
το στάδιο και τις συναυλίες, μεταβαίνουν στις κερκίδες και τον
αγωνιστικό χώρο και επισκέπτονται την αίθουσα τύπου και την αίθουσα
ελέγχου του σταδίου. Μετά την ολοκλήρωση της ξενάγησης, οι συμμετέχοντες
έχουν τη δυνατότητα να επισκεφθούν χωρίς ξεναγό το μουσείο της AFC
Ajax. Κατά το κρίσιμο στην υπόθεση της κύριας δίκης διάστημα, ήτοι
μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2001 και 30ής Ιουνίου 2005, δεν ήταν δυνατό να
επισκεφθεί κάποιος το μουσείο χωρίς να μετάσχει στην ξενάγηση στο
γήπεδο.Η Stadion Amsterdam, φρονώντας ότι η τουριστική
επίσκεψη έπρεπε να θεωρηθεί παροχή υπηρεσιών στον τομέα του πολιτισμού,
εμπίπτουσα στο σημείο b.14, σημείο c, του πίνακα Ι του νόμου περί φόρου
κύκλου εργασιών, ή διασκέδαση ή αναψυχή, εμπίπτουσα στο σημείο b.14,
στοιχείο g, του ίδιου πίνακα, εφάρμοσε τον προβλεπόμενο από τον εν λόγω
νόμο μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στον κύκλο εργασιών τον οποίο
πραγματοποίησε από την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας.Κατά
τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου ο επιθεωρητής της φορολογικής αρχής
έκρινε ότι η εν λόγω παροχή έπρεπε να υπαχθεί στον κανονικό συντελεστή
ΦΠΑ. Ως εκ τούτου, εξέδωσε διορθωτική πράξη επιβολής φόρου για τα
διαστήματα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2001 και 30ής Ιουνίου 2002 και μεταξύ
1ης Ιουλίου 2002 και 30ής Ιουνίου 2005.Η Stadion
Amsterdam άσκησε προσφυγή κατά της ανωτέρω πράξεως και η απόφαση έφτασε στο διοικητικό δικαστήριο το οποίο απηύθυνε στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα
«Πρέπει το άρθρο 12, παράγραφος 3, στοιχείο
αʹ, της έκτης οδηγίας να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όταν μια
υπηρεσία, η οποία εξ απόψεως ΦΠΑ συνιστά μία ενιαία παροχή, αποτελείται
από δύο ή περισσότερα, συγκεκριμένα και ειδικά στοιχεία για τα οποία, αν
αυτά παρέχονταν χωριστά, θα ίσχυαν διαφορετικοί συντελεστές ΦΠΑ, η
επιβολή του ΦΠΑ σχετικά με αυτή τη σύνθετη παροχή υπηρεσιών πρέπει να
πραγματοποιηθεί με βάση τους διαφορετικούς συντελεστές που έχουν
εφαρμογή για τα στοιχεία αυτά, στην περίπτωση που η αμοιβή για την
υπηρεσία αυτή μπορεί να επιμερισθεί σύμφωνα με μια ορθή αναλογία μεταξύ
των εν λόγω στοιχείων;»
Η απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου:Η
έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί
εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τους
φόρους κύκλου εργασιών – Κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας:
ομοιόμορφη φορολογική βάση, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2001/4/ΕΚ
του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2001, έχει την έννοια ότι ενιαία
παροχή, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, που αποτελείται από δύο διακριτά
στοιχεία, εκ των οποίων το ένα είναι κύριο και το άλλο παρεπόμενο και
τα οποία, αν προσφέρονταν χωριστά, θα υπάγονταν σε διαφορετικούς
συντελεστές φόρου προστιθέμενης αξίας, πρέπει να φορολογηθεί μόνο με τον
συντελεστή φόρου προστιθέμενης αξίας που ισχύει για την ενιαία αυτή
παροχή ο οποίος καθορίζεται βάσει του κύριου στοιχείου αυτής, ακόμη και
αν μπορεί να προσδιοριστεί η τιμή του κάθε στοιχείου που συναποτελεί τη
συνολική τιμή που καταβάλλει ο καταναλωτής για την παροχή αυτή.Δείτε την απόφαση στο φορολογικό αρχείο του κόμβου