Η μέθοδος του πρότυπου κόστους θεωρείται αποδεκτή τεχνική κοστολόγησης και οι σχετικές αποκλίσεις πρέπει να επανακοστολογούνται, δηλαδή να επιμερίζονται, κατ΄ αναλογία, στο κόστος των αποθεμάτων τέλους χρήσεως και στο κόστος των πωληθέντων
ΤΕΧΝΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΣΟΛ
Αναδημοσίευση από το ενημερωτικό δελτίο ΜΑΡΤΙΟΥ 2017 της ΣΟΛ ΟΡΚΩΤΟΙ ΛΟΓΙΣΤΕΣ Α.Ε.
www.solae.gr
Αθήνα, Απρίλιος 2017
Η μέθοδος του πρότυπου κόστους θεωρείται αποδεκτή τεχνική κοστολόγησης και οι σχετικές αποκλίσεις πρέπει να επανακοστολογούνται, δηλαδή να επιμερίζονται, κατ΄ αναλογία, στο κόστος των αποθεμάτων τέλους χρήσεως και στο κόστος των πωληθέντων
ΕΡΩΤΗΜΑ
Αφορά μηχανογραφικό σύστημα ERP που για τον προσδιορισμό του κόστους παραγωγής και μενόντων ετοίμων και ημιετοίμων προϊόντων, εφαρμόζει πρότυπη κοστολόγηση (standard cost). Με βάση τα ΕΛΠ (Ν 4308), είναι αποδεκτή μέθοδος κοστολόγησης η μέθοδος του standard cost; Στην περίπτωση που είναι, πως χειριζόμαστε τις αποκλίσεις από το πρότυπο κόστος;
ΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ
Σύμφωνα με την παράγραφο 20.3.1 της Λογιστικής Οδηγίας εφαρμογής του Ν.4308/2014 «όταν υπάρχει παραγωγική ή μεταποιητική διαδικασία για προϊόντα ή υπη-ρεσίες, το κόστος κτήσης αυτών προσδιορίζεται με μία από τις γενικά αποδεκτές μεθόδους κοστολόγησης.»
Το πρότυπο κόστος λαμβάνει υπόψη τα κανονικά επίπεδα υλών και υλικών, εργασίας, αποδοτικότητας και αξιοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Το κόστος αυτό επανεξετάζεται κατά τακτικά διαστήματα και, αν είναι αναγκαίο, αναθεωρείται υπό το φως των τρεχουσών συνθηκών.
Όσον αφορά τα συστατικά του κόστους των αποθεμάτων στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 20 του Ν.4308.2014 προβλέπεται ότι «Το κόστος κτήσης των αποθεμάτων περιλαμβάνει το σύνολο των δαπανών που απαιτούνται για να φθάσουν αυτά στην παρούσα θέση και κατάστασή τους. Το κόστος παραγωγής προϊόντος ή υπηρεσίας προσδιορίζεται με μία από τις γενικά αποδεκτές μεθόδους κοστολόγησης και περιλαμβάνει: α) Το κόστος πρώτων υλών, αναλώσιμων υλικών, εργασίας και άλλο κόστος που σχετίζεται άμεσα με το εν λόγω στοιχείο και β) μία εύλογη αναλογία σταθερών και μεταβλητών εξόδων που σχετίζονται έμμεσα με το εν λόγω στοιχείο, στο βαθμό που τα έξοδα αυτά αναφέρονται στην περίοδο παραγωγής».
Τα αναφερόμενα στην αμέσως προηγούμενη παράγραφο υιοθετεί και το ΔΛΠ 2 με την επιπλέον αναφορά στην παράγραφο 16 ότι «Το κόστος των αποθεμάτων δεν μπορεί να περιλαμβάνει:
α) υπερβολικά μεγάλη φύρα υλών, σπατάλη εργασίας ή άλλου παραγωγικού κόστους
β) κόστος αποθήκευσης, εκτός αν αυτό είναι αναγκαίο στην παραγωγική διαδικασία πριν από ένα επόμενο στάδιο παραγωγής
γ) γενικά έξοδα διοίκησης που δε συμβάλλουν στο να φέρουν τα αποθέματα στην παρούσα θέση και κατάσταση και
δ) κόστος πώλησης.»
Ειδικότερα στο πρότυπο κόστος αναφέρεται η παράγραφος 21 του ΔΛΠ 2:
« …
Τεχνικές επιμέτρησης του κόστους
21. Για λόγους ευκολίας, μπορεί να χρησιμοποιούνται τεχνικές επιμέτρησης του κόστους των αποθεμάτων, όπως π.χ. η μέθοδος του πρότυπου κόστους ή η μέθοδος της τιμής λιανικής πώλησης, εφόσον το αποτέλεσμά τους προσεγγίζει το κόστος. Το πρότυπο κόστος λαμβάνει υπόψη τα κανονικά επίπεδα υλών και υλικών, εργασίας, αποδοτικότητας και αξιοποίησης της παραγωγικής ικανότητας. Το κόστος αυτό επανεξετάζεται κατά τακτικά διαστήματα και, αν είναι αναγκαίο, αναθεωρείται υπό το φως των τρεχουσών συνθηκών.”
Η μέθοδος του πρότυπου κόστους είναι αποδεκτή τεχνική (μέθοδος) κοστολόγησης και οι σχετικές αποκλίσεις πρέπει να επανακοστολογούνται, δηλαδή να επιμερίζονται, κατ΄ αναλογία, στο κόστος των αποθεμάτων τέλους χρήσεως και στο κόστος των πωληθέντων, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές δεν έχουν προκύψει από σπατάλη εργασίας, σπατάλη άλλου παραγωγικού κόστους και υπερβολικής φύρας υλών, διότι στην περίπτωση αυτή καταχωρίζονται στα αποτελέσματα χρήσης ως μη συνήθη έξοδα και ζημίες.