Σημεία συνέντευξης της Υπ. Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου στον ρ/σ «ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ 105.5»
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ EΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥΔελτίο ΤύπουΑθήνα, 20-11-2018«Προχωράμε στην υλοποίηση μίας από τις κεντρικές δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ για το 2019, νομοθετούμε τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες που θα ευνοήσει 250.000 ασφαλισμένους», τόνισε η Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στον ρ/σ «Κόκκινο 105,5».Το μέτρο, πρόσθεσε, «συνιστά μία έμπρακτη επιβεβαίωση ότι ο κύκλος της δημοσιονομικής προσαρμογής έχει κλείσει, ότι μπορούμε πια να κάνουμε πολιτικές οι οποίες να είναι δημοσιονομικά επεκτατικές και ότι πρακτικά ο κόσμος θα μπορεί να δει το τι σημαίνει έξοδος από τα μνημόνια και τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής με μία υλική αποτύπωση, στην τσέπη του».Η Υπουργός Εργασίας σημείωσε ότι για ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, η εισφορά για την κύρια σύνταξη μειώνεται κατά 33% από 1/1/2019, διατηρώντας την ελάχιστη εισφορά. Επίσης, για επιστήμονες (γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς), η εισφορά για επικουρική και εφάπαξ, μειώνεται αναδρομικά από 1/1/2017, στο ελάχιστο ποσό των 64,5 ευρώ. Υπενθύμισε, ακόμα, ότι με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση το 88% των ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών «πληρώνουν λιγότερα απ’ ότι με το προηγούμενο σύστημα και σίγουρα πληρώνουν δικαιότερες εισφορές, αφού συνδέονται με το πραγματικό τους εισόδημα».Αναφερόμενη στην επέκταση 10 κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας, μετά την επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων τον Αύγουστο, επισήμανε ότι «προσπαθούμε να καταστεί η συλλογική σύμβαση ο κανόνας ρύθμισης των όρων εργασίας. Οι εργαζόμενοι μπορούν έτσι να διεκδικούν και να επιτυγχάνουν καλύτερους μισθούς και όρους εργασίας και διαμορφώνεται ένα πεδίο ανταγωνισμού των επιχειρήσεων του ίδιου κλάδου όχι στη βάση του ποιος θα δώσει χαμηλότερο μισθό και χειρότερους όρους εργασίας, αλλά να ανταγωνίζονται στην ποιότητα του προϊόντος, τις μεθόδους παραγωγής, την παραγωγικότητα, σε όρους που δεν σχετίζονται με τα εργασιακά».Για τη διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού τόνισε ότι «είναι πραγματικά λυπηρό ότι η διαβούλευση των κοινωνικών εταίρων για τον κατώτατο μισθό έγινε χωρίς εκπροσώπηση των εργαζόμενων. Στο τραπέζι βρέθηκαν οι εργοδοτικές οργανώσεις και δεν υπήρξε εκφορά της εργατικής πλευράς, γιατί η ανώτατη Συνομοσπονδία εργαζομένων αποφάσισε ότι δεν θέλει να συμμετάσχει, γιατί θεωρεί ότι είναι “προεκλογικού χαρακτήρα” διαδικασία που θα κομίσει οφέλη στην κυβέρνηση. Αν είναι δυνατόν δηλαδή αυτό να συνιστά σοβαρό λόγο για να μην συμμετέχει η τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση, η μόνη εκπροσώπηση των εργαζόμενων στη χώρα».Υπογράμμισε, επίσης, τη θέση της κυβέρνηση ότι «η αύξηση του κατώτατου μισθού σε συνδυασμό με την επαναλειτουργία των συλλογικών συμβάσεων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζόμενων, κεντρική πολιτική προτεραιότητα και απαραίτητη προϋπόθεση για να έχουμε δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη μετά τα μνημόνια. Επιταχύνουμε τη διαδικασία, στα τέλη Δεκεμβρίου θα έχω το πόρισμα από την Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και τον Ιανουάριο προχωρούμε στην αύξηση του κατώτατου μισθού -συμμετέχουσας της ΓΣΕΕ ή μη- και καταργούμε τον υποκατώτατο μισθό των νέων, αυτή την απαράδεκτη δυσμενή διάκριση για τους νέους κάτω των 25 ετών».Για το ζήτημα των συντάξεων σημείωσε ότι «έγινε και επίσημα αποδεκτή η θέση που υποστήριζε η ελληνική κυβέρνηση, ότι δεν ήταν αναγκαίο το μέτρο ούτε διαρθρωτικά για το ασφαλιστικό, ούτε δημοσιονομικά. Παλέψαμε για πάρα πολύ καιρό, με τεκμηριώσεις και αποδείξεις. Το γεγονός ότι οι εταίροι μας δεν έθεσαν ενστάσεις για τον προϋπολογισμό του 2019 αποδεικνύει ότι η περίοδος των μνημονίων και των δημοσιονομικών περιορισμών έχει οριστικά τελειώσει για την χώρα. Αντιθέτως, ξεκινάει μία περίοδος όπου η κυβέρνηση μπορεί ελεύθερα να κάνει πολιτικές επιλογές και να προχωρά σε μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης. Να γυρνάει στην κοινωνία περισσότερο από τον παραγόμενο πλούτο μέσω θετικών κοινωνικών παρεμβάσεων».