«Στο Φωτακαδιανό Σχολειό»
Ετούτο το Σάββατο μαζεύτηκαν οι Φωτακαδιανοί στο παλιό μας σχολειό, να πιούνε ένα κρασί, να πούνε μια κουβέντα, να κόψουν την πίτα τους. Σε ανάρρωση ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου δεν κατάφερα να πάω, μα έμαθα πως γέμισε η αίθουσα απ’ όλες τις γειτονιές του χωριού και τούτο μου ήταν τόσο, μα τόσο ευχάριστο !!Τα χωριανάκια που πήραν στην πλάτη τους την εκδήλωση πέτυχαν ένα άριστο αποτέλεσμα και τους αξίζει ένα μεγάλο μπράβο. Μα και οι ίδιοι οι χωριανοί μπορεί να είναι λίγοι και να χωρούν ίσα – ίσα σε μια αίθουσα, αλλά γνωρίζουν την σπουδαιότητα της κοινωνικότητας, αίσθημα που καθημερινά καταρρέει στις πόλεις της ατομικότητας και της αποξένωσης. Πως λοιπόν να μην τους αναλογούν και σε αυτούς τα ανάλογα εύσημα. Η αλήθεια όμως είναι πως δεν βοήθησε σε τούτο το όμορφο αποτέλεσμα μόνον ο κόπος των διοργανωτών και η παρουσία των χωριανών μας. Βοήθησε εντελώς απρόσμενα και το ίδιο το κτήριο που έγινε η συνάντηση.Ναι…Βοήθησε το παλιό μας το σχολειό, αυτό που αρκετοί από τους παρευρισκόμενους ή τα παιδιά τους, έμαθαν τα πρώτα τους γράμματα…Αυτό το παλιό λοιπόν σχολείο δεν έχασε την ευκαιρία.Ψιθύρισε στενοχωρημένο σε έναν – έναν τους χωριανούς μήπως ξέρουν που πήγαν τα θρανία που είχε, μήπως ξέρουν που πήγαν οι κορνίζες των αγωνιστών του ’21 που περιστοίχιζαν τους τοίχους κοντά στο ύψος του ταβανιού. Μήπως ξέρουν που πήγαν οι χάρτες και οι κιμωλίες… Η μεγαλύτερη του επιμονή ήταν για το που πήγε εκείνη η θεατρική σκηνή που ήταν απ’ άκρη σ’ άκρη στον απέναντι τοίχο της εισόδου. Επέμενε γιατί – λέει – αν είχαμε εκείνη την σκηνή θα μπορούσαμε τώρα ν’ ανέβουμε από τα πίσω πλαϊνά σκαλιά της και χωρίς να σύρουμε το κορδόνι της αυλαίας, να κοιτάξουμε κρυφά ανάμεσα στις κουρτίνες. Από εκεί, μας είπε, πως δεν θα βλέπαμε τους χωριανούς που ήρθαν σήμερα, μα εικόνες τριάντα και σαράντα χρόνια πίσω. Θα βλέπαμε τους ίδιους χωριανούς, με ξεκούραστα πρόσωπα, χωρίς ρυτίδες και άσπρα μαλλιά, που καθόταν στα θρανία για να δουν τα κοπέλια τους να παίζουν τα θεατρικά που τους είχε βάλει ο δάσκαλος ή να απαγγέλουν ποιήματα. Θα βλέπαμε γιαγιάδες και παππούδες που έχουν φύγει, ίσως και γονείς ή ακόμα και συμμαθητές που τους χάσαμε άδικα. Θα τους βλέπαμε από εκείνη την χαραμάδα όλους χαρούμενους με καμάρι να κοιτάζουν την όμορφη γιορτή και να μας φωνάζουν: – Μην μας ξεχάσετε..- Μην ξεχάσετε το χωριό. Και εμείς πώς να ξεχάσουμε την παραγγελιά του σχολειού. Πώς να ξεχάσουμε τις ρίζες μας…Πως να ξεχάσουμε το χωριό μας…Υ.Γ. Το Φωτακάδο είναι ο Ριόλος, η Αγρελιά ή και όποιο άλλο χωριό της καρδιάς σας. Σταυρουλάκης Αρτεμ. Κωνσταντίνος