Τα Πρακτικά της γνωμοδότησης του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των συνταξιοδοτικών διατάξεων και των νέων περικοπών
Π Ρ A Κ Τ I Κ AΤΗΣ 2ης ΕΙΔΙΚΗΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗΣ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ 8ης ΜΑΪΟΥ 2017ΜΕΛΗ: Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, Πρόεδρος, Ιωάννης Σαρμάς, ΣωτηρίαΝτούνη, Άννα Λιγωμένου, Γεωργία Μαραγκού και ΚωνσταντίνοςΚωστόπουλος, Αντΐ7ΐρόεδροι, Βασιλική Ανδρεοπούλου, ΜαρίαΑθανασοπούλου, Α σημίνα Σαντοριναίου, Ευαγγελία – Ελισάβετ Κουλουμπίνη,Σταμάτιος Πουλής, Κωνσταντίνα Ζώη, Δημήτριος Πέππας, Βιργιιία Σκεύη,Κωνσταντίνος Εφεντάκης, Βασιλική Σοφιανού, Δέσποινα Τζούμα, ΔημήτριοςΤ σακανίκας, Ευφρο σύνη Παπαθεοδώρου, Βασιλική Προβίδη, Κων σταντίνοςΠαραθύρας, Ασημίνα Σακελλαρίου, Αργυρώ Μαυρομμάτη, Ευαγγελία Σεραφή,Κωνσταντίνος Κρέπης, Ειρήνη Κατσικέρη και Γεωργία Παπαναγοπούλου,Σύμβουλοι.Οι Αντιπρόεδροι Χρυσούλα Καραμαδούκη, Μαρία Βλαχάκη καιΑγγελική Μαυρουδή και οι Σύμβουλοι Γεώργιος Βοΐλης, Ελένη Λυκεσά,Δέσποινα Καββαδία – Κωνσταντάρα, Αγγελική Μυλωνά, Γεωργία Τζομάκα,Θεολογία Γναρδέλλη και Αγγελική Πανουτ σακοπούλου απου σίασανδικαιολογημένα, ενώ η Σύμβουλος Νεκταρία Δουλιανάκη αποχώρησε από τηδιάσκεψη, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 1968/1991.ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ : Μιχαήλ Ζυμής.ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ : Ελένη Αυγουστόγλου, Επίτροπος, Προϊσταμένη τηςΓραμματείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.Με την αρχή της συνεδρίασης, η Σύμβουλος Ασημίνα Σακελλαρίου, πουορίστηκε από την Πρόεδρο εισηγήτρια, φέρει προς συζήτηση τιςσυνυπογραφόμενες από την Υπουργό και τον Υφυπουργό Εργασίας, ΚοινωνικήςΑσφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον Αναπληρωτή ΥπουργόΟικονομικών διατάξεις του από 4.5.2017 σχεδίου νόμου, που απεστάλησαν στοΕλεγκτικό Συνέδριο με το 83746/4.5.2017 έγγραφο του Αναπληρωτή ΥπουργούΟικονομικών (αριθμ. πρωτ. ΓΕΕ 202/4.5.2017), για να γνωμοδοτήσει επ’ αυτώνη Ολομέλεια, σύμφωνα με το άρθρο 73 παρ. 2 του Συντάγματος. Το κείμενοαυτών έχει ως εξής :« Κεφάλαιο…Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις ΔημοσίουΆρθρο…Τροποποίηση διατάξεων ν. 4387/20161. Η περ. β’ της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 (Α’ 85) αντικαθίσταται ωςεξής:«β. Από την 1.1.2019, αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων αυτών είναιμεγαλύτερο από αυτό που προ κύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παρ. 1, τουπερβάλλον ποσό περικόπτεται. Το ποσό που περικόπτεται κατά τα ανωτέρω δενμπορεί να υπερβαίνει το 18% της καταβαλλόμενης κατά την έναρξη ισχύος τουπαρόντος κύριας σύνταξης του δι καιούχου. Αν, μετά την εφαρμογή της ρύθμισης τουανωτέρω εδαφίου, το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μεγαλύτερο απόαυτό που προ κύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παρ. 1, το επιπλέον ποσόεξα κολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά,συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του με την ε κάστοτεαναπροσαρμογή των συντάξεων, όπως αυτή προ κύπτει κατ’ εφαρμογή της παρ. 3.».2. Στην παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 προστίθενται περ. γ’ και δ’ ως εξής:«γ. Αν το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μικρότερο από αυτό πουπρο κύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παρ. 1, τότε αυτό προσαυξάνεται, απότην 1.1.2019, κατά 1/5 της διαφοράς σταδια κά και ισόποσα εντός πέντε ετών.δ. Τα στοιχεία που προ κύπτουν από τις περ. β και γ αποτυπώνονται από την 1.1.2018για κάθε ασφαλισμένο στο οι κείο πληροφορια κό σύστημα.».3. Η περ. α’ της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 τροποποιείται ως εξής:«α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται μετά τη θέση σε ισχύ τουπαρόντος αυξάνεται, από την 1.1.2022 κατ’ έτος με κοινή απόφαση των ΥπουργώνΟικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης μεβάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους και δενυπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δεί κτη Τιμών Καταναλωτή.».4. Η παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4387/2016, αντι καθίσταται ως εξής:«2. Για όσους λαμβάνουν σύνταξη μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθώς καιγια τα πρόσωπα της περ. α της παρ. 1 του άρθρου 6 η οικογενεια κή παροχήεξα κολουθεί, έως 31.12.2018, να συγ καταβάλλεται με τη σύνταξη, σύμφωνα με τιςοικείες διατάξεις, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος. Από1.1.2019 και εφεξής καταβάλλεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 1. Η περ.ε της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.4024/2011 (Α’ 226), δεν έχει εφαρμογή στα πρόσωπατων περ. β και γ της παρ. 1 του άρθρου 6 του παρόντος.».Αθήνα, …/05/2017ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣΕυτυχία ΑχτσιόγλουΟ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝΓεώργιος ΧουλιαράκηςΟ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣΑναστάσιος Πετρόπουλος »Ο Γενικός Επίτροπος της Επικράτειας στο Ελεγκτικό Συνέδριο ΜιχαήλΖυμής διατύπω σε την ακόλουθη έγγραφη γνώμη:«Εισάγουμε ενώπιον της Ολομέλειας του Σώματος, σύμφωνα με τιςδιατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 περ. γ’ του Κώδικα Νόμων για το ΕλεγκτικόΣυνέδριο, κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 4129/2013 (ΦΕΚ Α’ 52), τιςσυνυπογραφόμενες από την Υπουργό και τον Υφυπουργό Εργασίας, ΚοινωνικήςΑσφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον Αναπληρωτή ΥπουργόΟικονομικών διατάξεις του από 4.5.2017 σχεδίου νόμου, που μας απεστάλησανμε το 83746/4.5.2017 έγγραφο του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών(αριθμ. πρωτ. ΓΕΕ: 202/4.5.2017), προκειμένου να εκφέρει την προβλεπόμενηαπό τις διατάξεις του άρθρου 73 παρ. 2 του Συντάγματος γνωμοδότησή της, καιεκθέτουμε τα ακόλουθα:Με τις προτειιόμενες διατάξεις, οι οποίες διαρθρώνονται σε τέσσερις (4)συνολικώς παραγράφους ενός ενιαίου άρθρου, αντκαθίστανται ήτροποποιούνται διατάξεις των άρθρων 10 και 14 του ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α’ 85),εντασσόμενες στο τιτλοφορούμενο «Συντάξεις Δημοσίων Υπαλλήλων καιΣτρατιωτικών» ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ (άρθρα 4 – 26) του νόμου αυτού.Επισημαίνεται, ως γενική παρατήρηση, ότι η έναρξη εφαρμογής των νέωνρυθμίσεων ορίζεται μετά πάροδο μεγάλου διαστήματος (πλέον του ενός καιημίσεος έτους για τις ρυθμίσεις των παρ. 1, 2 και 4, σχεδόν πενταετίας για τηρύθμιση της παρ. 3), δηλαδή σε χρόνο για τον οποίο δεν είναι δυνατή ηδιατύπωση ασφαλούς εκτίμησης αναφορικώς με τη δημοσιονομική κατάστασητης Χώρας και την οικονομική δυνατότητα της επιβαρυνόμενης κατηγορίαςπολιτών.Επί των επιμέρους ρυ θμίσεων:παρ. 1: Το άρθρο 14 του ν. 4387/2016, υπό την ισχύου σα μορφή του,προβλέπει στην παρ. 1 την αναπρο σαρμογή των κατά την έναρξη ισχύος τουνόμου αυτού καταβαλλομένων συντάξεων με βάση τις θεσπισθείσες με άλλεςδιατάξεις του ίδιου νόμου ρυθμίσεις και στην παρ. 2 ότι οι εν λόγω (συντάξεις«συνεχίζουν μέχρι τις 31.12.2018 να καταβάλλονται στο ύψος που είχανδιαμορφωθεί κατά την 31.12.2014 «σύμφωνα με τις τότε ισχύου σες διατάξεις(περ. α), ενώ για το μετά την 1.1.2019 διάστημα προβλέπεται (περ. β) ότιεφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των «συντάξεων αυτών είναι μεγαλύτερο απόαυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παρ. 1 του ίδιουάρθρου, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ωςπροσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψήτου, με την εκάστοτε αναπρο σαρμογή των «συντάξεων, όπως αυτή προκύπτει σεεφαρμογή της επόμενης παρ. 3. Με την προτεινόμενη αντικατάσταση της,προβλέπου σας για το μετά την 1.1.2019 διάστημα, περ. β’, επέρχεται περικοπήσε πο σο στό μέχρι 18% των καταβαλλομένων συντάξεων, κατά το πο σό πουυπερβαίνουν εκείνο που προκύπτει βάσει του θεσπιζόμενου στο ν. 4387/2016τρόπου αναπροσαρμογής, διατηρείται δε η προσωπική διαφορά μόνο σεπερίπτω ση που το εναπομένον μετά την εφαρμογή της προτεινόμενης ρύθμισης(ήτοι της ανωτέρω περικοπής) ποσό εξακολουθεί να υπερβαίνει το προκύπτονβάσει του ως άνω τρόπου αναπροσαρμογής. Με το ανωτέρω περιεχόμενο, ηεισαγόμενη ρύθμιση επιβάλλει εκ νέου μείω ση, και μάλιστα σε σημαντικόπο σο στό, σε συνέχεια των επιβληθεισών κατά τα τελευταία έτη αλλεπάλληλωνμειώ σεων και λοιπών επιβαρύν σεων, στις καταβαλλόμενες συντάξεις τουΔημοσίου, συνεπώς ενδέχεται να εγείρει ζήτημα συμβατότητας προς τις αρχέςτης αναλογικότητας και της ισότητας όλων των πολιτών στα δημό σια βάρη(πρβλ. ΕΣ Ολομ. απόφ. 4327/2014, πρακτικά 4ης Ειδικής Συνεδρίασης της31.10.2012, σκ. III).παρ. 2: Με την προτεινόμενη διάταξη οι ρυθμίσεις που περιέχονται στοδεύτερο και τρίτο εδάφιο της ισχύου σας παρ. 2 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016τίθενται πλέον ως αυτοτελείς περιπτώσεις γ’ και δ’ της αυτής παραγράφου,χωρίς να επέρχεται διαφοροποίηση επί της ουσίας.παρ. 3: Με την προτεινόμενη διάταξη μετατίθεται ο αρχικώς ορισθείςχρόνος έναρξης των αποτελεσμάτων της περ. α6 της παρ. 3 του άρθρου 14 τουν. 4387/2016 από την 1.1.2017 στην 1.1.2022, χωρίς να επέρχεται άλλημεταβολή επί της ουσίας της εξουσιοδοτικής αυτής ρύθμισης, για την οποία έχειγνωμοδοτήσει η Ολομέλεια με τα πρακτικά της 1ης Ειδικής Συνεδρίασης της20.4.2016 (σελ. 87).παρ. 4: Με την προτεινόμενη διάταξη αντικαθίσταται η παρ. 2 τουάρθρου 10 του ν. 4387/2016 και ορίζεται πλέον ότι από 1.1.2019 η οικογενειακήπαροχή σε όσους λάμβαναν σύνταξη κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτούθα καταβάλλεται σύμφωνα με την παρ. 1 του ίδιου νόμου. Η τελευταία διάταξη,που αφορά στους συνταξιοδοτούμενους μετά την έναρξη ισχύος του νόμουαυτού, παραπέμπει στις διατάξεις των άρθρων Πρώτου παρ. IA , υποπαρ. IA2του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ A’ 222) και 40 του ν. 4141/2013 (ΦΕΚ Α’ 81) για τηνκαταβολή «επιδόματος στήριξης τέκνων» και «ειδικού επιδόματος τριτέκνων καιπολυτέκνων» αντιστοίχως, οι οποίες θέτουν εισοδηματικά και λοιπά κριτήριαγια την καταβολή των εν λόγω επιδομάτων. Έτσι θεσπίζεται επέκταση τωναυτών κριτηρίων για την καταβολή εφεξής της οικογενειακής παροχής και σεόσους λάμβαναν σύνταξη κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, η οποίασυνεπάγεται μία επιπλέον επιβάρυνση της συγκεκριμένης κατηγορίαςυνταξιούχων.Αθήνα, 8 Μάίου 2017Ο Γενικός Επίτροπος της ΕπικράτειαςΜΙΧΑΗΛ ΖΥΜΗΣ»Η Σύμβουλος Α σημίνα Σακελλαρίου εισηγείται τα ακόλουθα:ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣΑ.1. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 73 παρ. 2, 74 και 75παρ. 1 του Συντάγματος συνάγεται ότι συνταξιοδοτικά νομοσχέδια, πουαναφέρονται οπωσδήποτε στην απονομή σύνταξης και τις προϋποθέσεις της,υποβάλλονται μόνο από τον Υπουργό Οικονομικών (και από τον αρμόδιοΥπουργό αν πρόκειται για συντάξεις που επιβαρύνουν τον προϋπολογισμόΟ.Τ.Α. ή Ν.Π.Δ.Δ.), συνοδεύονται δε υποχρεωτικά από την οικεία αιτιολογικήέκθεση και εφόσον συνεπάγονται επιβάρυνση του προϋπολογισμού, από τηνοικεία έκθεση του Εενικού Λογιστηρίου του Κράτους που καθορίζει τη δαπάνη.Τα ανωτέρω καθώς και η τυχόν υπάρχου σα έκθεση νομοτεχνικής επεξεργασίαςτης επιστημονικής υπηρεσίας της παρ. 5 του άρθρου 65 του Σ. επί των ως άνωσχεδίων νόμων δέον να υποβάλλονται στο Ελεγκτικό Συνέδριο, προκειμένουαυτό, ακολούθως, να ασκήσει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη γνωμοδοτική τουαρμοδιότητα.2. Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις έχουν υποβληθεί στο παρόν Δικαστήριο μετην οικεία αιτιολογική έκθεση, η οποία όμως δεν πληροί την ως άνωσυνταγματική επιταγή, καθόσον, όπως προκύπτει από το περιεχόμενό της, δεναναφέρεται ο δικαιολογητικός λόγος θέσπισής τους, αλλά απλώς ποια διάταξητροποποιείται ή άλλως μεταφέρεται με παρόμοια γενική διατύπωση τοπεριεχόμενο των εν λόγω ρυθμίσεων. Επιπρόσθετα, οι εν λόγω ρυθμίσεις δενσυνοδεύονται από την οικεία έκθε ση του Γενικού Λογιστηρίου, μολονότι στιςπαραγράφους 2 και 3 προβλέπεται κατ’ αύξηση αναπρο σαρμογή των συντάξεων,ήτοι επιβάρυνση του προϋπολογισμού. Συνακόλουθα, η Ολομέλεια δεν δύναταιεν προκειμένω να ασκήσει το γνωμοδοτικό της έργο σε όλο του το εύρος, αφούδεν έχει επαρκή προς τούτο τοιχε α.Β. Συναφώς, παρατηρείται ότι κατά το άρθρο 73 παρ. 2 εδάφιο τελευταίοτου Συντάγματος, τα συνταξιοδοτικά νομοσχέδια, επί των οποίων απαιτείται ηπροηγούμενη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρέπει να είναι ειδικά. Ηεπιταγή αυτή του Συντάγματος τηρείται και όταν οι θεσπιζόμενεςσυνταξιοδοτικές ρυθμίσεις εμπεριέχονται σε ιδιαίτερο (αυτοτελές) κεφάλαιονομοσχεδίου, που περιλαμβάνει και άλλου περιεχομένου διατάξεις στα λοιπάκεφάλαιά του (βλ. Πρακτ. Ολομ. 1ης Ειδ. Συν. της 8ης Μαρτίου 2017 και 1ηςΕιδ. Συν. της 20ης Φεβρουαρίου 2012). Δοθέντος όμως ότι δεν έχει αποσταλεί οτίτλος του ως άνω σχεδίου νόμου, επισημαίεται ότι για την πληρότητα αυτού,πρέπει να αναφέρεται ότι αφορά και σε τροποποίηση συνταξιοδοτικώνρυθμίσεων του ν. 4387/2016.Γ. Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι η έναρξη εφαρμογής των νέωνρυθμίσεων ορίζεται μετά πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος (πλέον τουενάμιση έτους για τις ρυθμίσεις των παρ. 1, 2 και 4, σχεδόν πενταετίας για τηρύθμιση της παρ. 3), δηλαδή σε χρόνο για τον οποίο δεν είναι δυνατή ηδιατύπωση ασφαλούς εκτίμησης από την Ολομέλεια του Δικαστηρίουαναφορικώς με τη δημο σιονομική κατάσταση της Χώρας και την οικονομικήδυνατότητα της επιβαρυνόμενης κατηγορίας συνταξιούχων.ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥΕπί της πρώτης παραγράφου (εδάφια α’ και β.Με την παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου αντικαθίσταται η περίπτω ση β’της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 και ορίζεται ότι από την1.1.2019, αν το ποσό των ήδη καταβαλλόμενων κατά την έναρξη ισχύος του ωςάνω νόμου υντάξεων είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τονυπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1 (του άρθρου 14), το υπερβάλλον πο σόπερικόπτεται. Δοθέντος ότι, σύμφωνα με το εδάφιο β ‘ το ποσό που περικόπτεταιμπορεί να ανέλθει έως και στο 18% της καταβαλλόμενης κατά την έναρξηισχύος του παρόντος κύριας σύνταξης του δικαιούχου, ήτοι σχεδόν στο 1/5αυτής, ενδέχεται να εγείρεται ζήτημα προσβολής της προστατευόμενης, από τοάρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής ΣύμβασηςΔικαιωμάτων του Ανθρώπου, περιουσίας, στο μέτρο που θίγονται ήδηθεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα όσων έχουν αποχωρήσει από τηνυπηρεσία πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και, ως εκ τούτου, έχουνγεγενημένη αξίωση για την καταβολή της σύνταξής τους, σύμφωνα με ταισχύοντα κατά το χρόνο επαγωγής του συνταξιοδοτικού δικαιώματος τους,δηλαδή κατά το χρόνο απομάκρυν σής τους από την υπηρεσία. Επισημαίνεται δε,ότι μολονότι η ως άνω περικοπή έρχεται να προστεθεν σε αλλεπάλληλεςπερικοπές που επιβλήθηκαν στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις μεπρογενέστερα νομοθετήματα αθροιζόμενες με λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις,στην οικεία αιτιολογική έκθεση δεν περιέχεται οιαδήποτε αιτιολογία ή αναφοράε μελέτη που να αποδεικνύει την προ φορότητα και την αναγκαιότητα τηςσυγκεκριμένης περικοπής έναντι άλλων τυχόν εναλλακτικών επιλογών, ότι αυτήυπαγορεύθηκε από λόγους γενικότερου δημο σίου ή κοινωνικού συμφέροντοςκατόπιν βεβαίως της τήρησης των αρχών της ισότητας, της ισότητας στηνκατανομή των δημο σίων βαρών (άρθρο 4 παρ. 1 και 5) και της αναλογικότητας,ενώ δεν γίνεται οιαδήποτε αναφορά σε μελέτη οικονομικών και κοινωνικώνεπιπτώ σεων στο βιοτικό επίπεδο της συγκεκριμένης κατηγορίας συνταξιούχων.Η Πρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, η Αντιπρόεδρος Άννα Λιγωμένουκαι οι Σύμβουλοι Κωνσταντίνα Ζώη, Βασιλική Σοφιανού, Δέσποινα Τζούμα,Βασιλική Προβίδη, Κωνσταντίνος Παραθύρας και Ασημίνα Σακελλαρίου,διατύπω σαν την ακόλουθη ειδικότερη γνώμη:Σύμφωνα με τις απορρέου σες από τα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος αρχές της ασφάλειας δικαίου, της προβλεψιμότητας και τηςπρο στατευομένης εμπιστοσύνης, δεν επιτρέπεται η αιφνίδια μεταβολή ου σιωδώντοιχε ων της ταθερά διαμορφωμένης νομικής και πραγματικής κατά τα ηςτων προ σώπων, στη διατήρηση των οποίων είχαν δικαιολογημένα αποβλέψει,μεταξύ άλλων, και κατά τον καθορισμό των συνθηκών και του επιπέδουδιαβίω σής τους, παρά μόνο στο μέτρο που η μεταβολή αυτή δικαιολογείται απόυπέρτερους λόγους δημο σίου συμφέροντος και στο βαθμό που, ενόψει της αρχήςτης αναλογικότητας, τηρείται μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ του υπερκείμενουαυτού συμφέροντος και των δικαιωμάτων και νόμιμων προσδοκιών τωνθιγόμενων από τη μεταβολή του νομοθετικού καθεστώτος.Με τη ρύθμιση του άρθρου 14 του ν. 4387/2016, όπως προκύπτει από τηνοικε α αιτιολογική έκθε η, για λόγους εβα μού της δικαιολογημένηςεμπιστοσύνης των ήδη συνταξιούχων, είχε ορισθεί ότι το καταβαλλόμενο, έωςτην έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, πο σό της σύνταξης που υπερβαίνει εκείνοπου προκύπτει από το νέο υπολογι μό τους με βά η τις διατάξεις του νόμουαυτού, διατηρείται ως προσωπική διαφορά. Με την προτεινόμενη νομοθετικήρύθμιση επιχειρείται η περικοπή της διαφοράς αυτής, χωρίς να προκύπτει μεσαφήνεια ο σκοπός δημο σίου συμφέροντος που εξυπηρετεί, ώ στε να είναιδυνατός ο έλεγχος κατ’ αρχήν του θεμιτού ή μη χαρακτήρα του επιδιωκόμενουσκοπού και ακολούθως της τήρησης μιας δίκαιης ισσορροπίας μεταξύ τουσκοπού αυτού και των δικαιωμάτων των συνταξιούχων.Δεν μπορεί δε να νοηθείως θεμιτός σκοπός η αφηρημένη ανάγκη διασφάλισης της δημοσιονομικήςβιω σιμότητας και του συνταξιοδοτικού συ στήματος ειδικότερα, χωρίς ναπροσδιορίζεται το ακριβές πλαίσιο δημοσιονομικού σχεδιασμού στο οποίοεν στάσσεται η συγκεκριμένη ρύθμιση. Ενόψει αυτών, η προτεινόμενη ρύθμισηθέτει ζήτημα συμβατότητας προς τις ανωτέρω συνταγματικές αρχές.Εξ άλλου, σε περίπτωση λήψης νομοθετικών μέτρων δημοσιονομικήςπρο σαρμογής απαιτείται αυτά να αιτιολογούνται και να εντάσσονται κατά τρόποδιαφανή, συστηματικό, συνεκτικό, συνεπή και αποτελεσματικό στον οικονομικόσχεδιασμό του Κράτους και στο ειδικότερο πεδίο οικονομικής δράσης με τοοποίο σχετίζονται, υπηρετώντας τη συνταγματική αρχή της δημοσιονομικήςβιωσιμότητας, ώστε να παρίσταται, κατ’ αρχήν, θεμιτή η επιβολή τους από τηνάποψη του υπηρετούμενου με αυτά σκοπού. Ειδικότερα, σε περίπτωση που ταμέτρα αυτά επιβάλλονται ε υγκεκριμένη κοινωνικοοικονομική ομάδα καισυνεπάγονται σοβαρή και διαρκή οικονομική επιβάρυνση της ομάδας αυτής,απαιτείται ειδική αιτιολόγηση της νομοθετικής ρύθμισης, ώ στε να προκύπτει ητήρηση της αρχής της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 5 τουΣυντάγματος) και της αναλογικότητας (αρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος),καθώς και της δια φάλι ης της απορρέου ας από το ειδικό υπηρε ιακό καισυνταξιοδοτικό καθε στώς των υπαλλήλων και λειτουργών των Δημο σίου αρχήςτης αναλογίας μισθού ενεργείας και σύνταξης.Με την προτεινόμενη ρύθμιση επιρρίπτεται ένα πρό σθετο βάρος στησυγκεκριμένη κατηγορία συνταξιούχων χωρίς να προκύπτει το ευρύτεροδημο σιονομικό πλαίσιο στο οποίο εν στάσσεται και χωρίς να αιτιολογείται ηεπιβολή καθ’ εαυτή του επίμαχου βάρους στην εν λόγω κατηγορία, ενόψει καιτης ιδιαιτερότητάς της από την άποψη της αδυναμίας αναπλήρωσης τουεισιδήματος των συνταξιούχων, ούτε να τεκμηριώνεται η τήρηση της εύλογηςαναλογίας αποδοχών ενεργείας και συντάξεων. Εξ άλλου, και υπό την εκδοχή ότιμε τις επίμαχες ρυθμίσεις επιχειρείται μία νέα κατανομή βαρών μεταξύ αφενόςενεργών μισθωτών και συνταξιούχων (διαγενεακή αλληλεγγύη) και αφετέρουμεταξύ παλαιών και νέων συνταξιούχων (αλληλεγγύη μεταξύ συνταξιούχων),δεν αιτιολογείται ούτε η κατ’ αρχήν επέμβαση σ’ αυτό το πεδίο σχέσεων στοπλαίσιο του ευρύτερου δημο σιονομικού σχεδιασμού ούτε και το μέτρο συμβολήςέκαστης κατηγορίας στη διασφάλιση της βιω σιμότητας του συ στήματος. Ενόψειαυτών, η προτεινόμενη ρύθμιση θέτει ζήτημα συμβατότητας και προς την κατ’άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος αρχή της ισότητας στα δημό σια βάρη και στηνκατ’ άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, καθώς και στησυνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της αναλογίας σύνταξης και μισθούενεργείας (για την εφαρμογή των αρχών αυτών κατά τη λήψη νομοθετικώνμέτρων μείω σης ήδη απονεμηθεισών συντάξεων βλ. και αιτιολογική έκθεση ν.4387/2016 Γενικό Μέρος στοιχ. Β). Ενδέχεται δε, με την επιφύλαξη τωνειδικότερων εκάστοτε περιστάσεων, η επίμαχη ρύθμιση να αντιβαίνει και στοάρθρο 1 του Πρώτου Προ σθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, σε συνδυασμό με τηναρχή της ίσης μεταχείρισης κατ’ άρθρο 14 της Σύμβασης.Ο Αντιπρόεδρος Ιωάννης Σαρμάς συμφώνησε με την ανωτέρωδιατυπωθείσα ειδικότερη γνώμη, διευκρινίζοντας ότι τα γενόμενα αποδεκτά στηγνώμη αυτή ισχύουν ως προϋποθέσεις καλής νομοθέτησης – εν προκειμένω ενόςθεμελιώδους κοινωνικού δικαιώματος ως είναι η σύνταξη – όχι όμως και κατάτον δικαστικό έλεγχο της συνταγματικότητας νόμου ρυθμίζοντος το ίδιο ζήτημα,δοθέντος ότι τα όρια ελέγχου του Δικαστηρίου τούτου όταν γνωμοδοτεί μπορείνα είναι ευρύτατα, ενώ όταν δικαιοδοτεί είναι αναγκαίως περιορισμένα, ως εκτης αρχής της διακρίσεως των λειτουργιών του Κράτους.Επί του εδαφίου γ. Δεν χρήζει παρατήρησης.Επί της δεύτερης παραγράφουΩς προς τη ρύθμιση της περίπτωσης γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 14του ν. 4387/2016, όπως αυτή προστίθεται με το προτεινόμενο σχέδιο, ηΟλομέλεια έχει γνωμοδοτήσει με τα πρακτικά της 1ης Ειδικής Συνεδρίασης της20ης Απριλίου 2016 (βλ. σελ. 87-88).Επί της τρίτης παραγράφουΜε την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται η περίπτωση α’ τηςπαραγράφου 3 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 και μετατίθεται κατά πέντε έτη ηέναρξη της κατ’ αύξηση αναπροσαρμογής των συντάξεων βάσει ΚΥΑ σε σχέσημε την αρχική ρύθμιση, ήτοι από το έτος 2017 στο έτος 2022. Αναφορικά με τοχρόνο έναρξης εφαρμογής της ρύθμισης βλ. ανωτέρω Γενικές Παρατηρήσειςυπό στοιχείο Γ. Κατά τα λοιπά παραπέμπουμε στις παρατηρήσεις τηςΟλομέλειας στα πρακτικά της 1ης Ειδικής Συνεδρίασης της 20ης Απριλίου 2016(βλ. σελ. 87).Επί της τέταρτης παραγράφουΜε την προτεινόμενη ρύθμιση αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρου 10 τουν. 4387/2016 και ορίζεται πλέον ότι από 1.1.2019, η οικογενειακή παροχή σεόσους λάμβαναν σύνταξη κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού θακαταβάλλεται σύμφωνα με την παρ. 1 του ίδιου νόμου. Η εν λόγω διάταξη, πουαφορά στους συνταξιοδοτούμενους μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,παραπέμπει στις διατάξεις των άρθρων Πρώτου παρ I Α, υποπαρ. ΙΑ2 του ν.4093/2012 (Α’ 222) και 40 του ν. 4141/2013 (Α’ 81) για την καταβολή«επιδόματος στήριξης τέκνων» και «ειδικού επιδόματος τριτέκνων καιπολυτέκνων» αντιστοίχως, οι οποίες θέτουν εισοδηματικά και λοιπά κριτήρια γιατην καταβολή των εν λόγω επιδομάτων. Συνακόλουθα, θεσπίζεται επέκταση τωνκριτηρίων για την καταβολή εφεξής της οικογενειακής παροχής και σε ό σουςλάμβαναν σύνταξη κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016, η οποίασυνεπάγεται μία επιπλέον επιβάρυνση της συγκεκριμένης κατηγορίαςσυνταξιούχων.Επί των προτεινόμενων ρυθμίσεων, ο Σύμβουλος ΚωνσταντίνοςΕφεντάκης διετύπωσε την ακόλουθη γνώμη, με την οποία συντάχθηκαν ηΠρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, ο Αντιπρόεδρος Ιωάννης Σαρμάς και ηΣύμβουλος Ευαγγελία Σεραφή : Παρά την προβλεπόμενη από την παράγραφο 1του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 «αναπροσαρμογή» των καταβαλλόμενων κατάτην έναρξη της ισχύος του συντάξεων, με βάση τις νέες ρυθμίσεις του νόμουαυτού, οι εν λόγω συντάξεις δεν εθίγησαν, αφού, σύμφωνα με την παράγραφο 2του ιδίου άρθρου, όπως σήμερα ισχύει, η επιπλέον της αναπροσαρμοσθείσαςσύνταξη συνέχισε να καταβάλλεται στο δικαιούχο της ως προ σωπική διαφορά.Με παρόμοιο δε τρόπο, με το άρθρο 10 του ν. 4387/2016, ρυθμίστηκε και τοζήτημα της παρακολουθηματικής προς τη σύνταξη οικογενειακής παροχής, οιόροι καταβολής της οποίας μεταβλήθηκαν – ούτως ώστε πλέον να τηνδικαιούνται οι πληρούντες συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια – μόνο για τουςσυνταξιοδοτούμενους υπό το καθεστώς του νόμου αυτού. Ήδη, με τιςπροτεινόμενες διατάξεις, ο νομοθέτης αποβλέπει στην εξάλειψη, από 1.1.2019,της κατά τα ανωτέρω διαφορετικής μεταχείρισης μεταξύ παλαιών και νέωνσυνταξιούχων. Και ναι μεν θα μπορού σε να υποτεθεί ότι τούτο εξυπηρετεί τοθεμιτό, ενόψει και της αρχής της αλληλεγγύης των γενεών, σκοπό τουδικαιότερου επιμερισμού του βάρους από την αναδιάρθρωση τουσυνταξιοδοτικού συ στήματος, κατά τρόπο ώ στε τις αρνητικές συνέπειές της ναμην υφίσταται αποκλειστικώς η τελευταία από τις προαναφερόμενες κατηγορίες.Περί αυτού, όμως, τίποτε σχετικό δεν διαλαμβάνεται στην αιτιολογική έκθεσητου σχεδίου νόμου, ούτε παρατίθενται τα οικεία πραγματικά δεδομένα, μεαποτέλε σμα να δικαιολογούνται επιφυλάξεις αναφορικά με το εάν και κατά πό σοοι εν λόγω ρυθμίσεις είναι, πράγματι, αναγκαίες και εύλογες για την επίτευξητου ως άνω κοπού.Η Ολομέλεια, ύ στερα από μακρά διαλογική συζήτηση μεταξύ των μελώντης, δέχθηκε ομόφωνα την εισήγηση της Συμβούλου Ασημίνας Σακελλαρίου,διατυπώθηκαν δε επί της εισήγησης αυτής, οι ανωτέρω αναλυτικά αναφερόμενεςειδικότερες γνώμες.Μετά το τέλος της συνεδρίασης συντάχθηκε το παρόν πρακτικό, τοοποίο, αφού θεωρήθηκε και εγκρίθηκε από την Πρόεδρο, υπογράφεται από τηνίδια και τη Γ ραμματέα.Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΑΝΑΡΟΝΙΚΗ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΥΕΛΕΝΗ ΑΥΓΟΥΣΤΟΓΛΟΥ