Ενημερωτικός Κόμβος

Δεν αλλάζει το επιτόκιο της έντοκης επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων από το Δημόσιο προς τους πολίτες με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που κατατέθηκε στη Βουλή

Στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών, με τίτλο «I.
Κύρωση της Συμφωνίας για την Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων,
II. Εναρμόνιση του Κώδικα Φ.Π.Α. με την Οδηγία (EE) 2016/1065, III.
Ενσωμάτωση των σημείων 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 2 και των άρθρων 4, 6, 7
και 8 της Οδηγίας 1164/2016, IV. Τροποποίηση του ν. 2971/2001 και άλλες
διατάξεις»,
που κατατέθηκε στη Βουλή την περασμένη Παρασκευή,  περιέχονται σημαντικές προτεινόμενες διατάξεις (δείτε σχετική είδηση του κόμβου).
Εκτός των ανωτέρω προτεινόμενων διατάξεων, στο άρθρο 45 του εν λόγω νομοσχεδίου γίνεται αναφορά στην τοκοφορία των οφειλών του Δημοσίου προς τους πολίτες. Ας δούμε τι αναφέρεται αναλυτικά:
Άρθρο 45  – Τοκοφορία οφειλών του Δημοσίου1. Το ύψος του
νόμιμου επιτοκίου και του επιτοκίου υπερημερίας κάθε οφειλής του
Δημοσίου ισούται προς το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης
της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO), που ισχύει κατά την ημερομηνία
άσκησης του ένδικου βοηθήματος, πλέον τριών (3,00) εκατοστιαίων μονάδων
ετησίως. Το επιτόκιο του προηγούμενου εδαφίου δεν μεταβάλλεται, κατά το
μέρος που αφορά το επιτόκιο των πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της
Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO), πριν από την εκάστοτε σωρευτική
μεταβολή αυτού κατά μία (1,00) εκατοστιαία μονάδα, με σχετική βάση
υπολογισμού του το επιτόκιο που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για:α) τις απαιτήσεις των φορολογουμένων της παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α’ 170), β)
τις περιπτώσεις όπου σε σύμβαση, στην οποία συμβάλλεται νόμιμα το
Δημόσιο, έχει περιληφθεί ειδική πρόβλεψη σχετικά με το εφαρμοζόμενο
επιτόκιο, γ) τις αξιώσεις ιδιωτών που στηρίζονται σε ειδικές και
ευθέως εφαρμοζόμενες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, με τις οποίες έχει
καθοριστεί, ρητά και ειδικά, ύψος επιτοκίου. Με την επιφύλαξη των
εξαιρέσεων αυτών, όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά ή
παραπομπή στο ύψος του οφειλόμενου από το Δημόσιο νόμιμου επιτοκίου ή
και του επιτοκίου υπερημερίας, νοείται το επιτόκιο του παρόντος.
2.
Στην περίπτωση των ένδικων βοηθημάτων κατά του Δημοσίου, τόκος
οφείλεται, σε κάθε περίπτωση, μόνο από την επίδοσή των σχετικών
δικογράφων από το διάδικο στον Υπουργό Οικονομικών ή στο αρμόδιο όργανο
του Δημοσίου ή της Αρχής που προβλέπεται από το νόμο σε ειδικές
κατηγορίες υποθέσεων. Ειδικές διατάξεις νόμου, οι οποίες προβλέπουν ρητά
διαφορετικό χρόνο έναρξης της τοκοφορίας, εξακολουθούν να ισχύουν.3.
Οι παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται και σε όλες τις εκκρεμείς υποθέσεις, σε
οποιοδήποτε βαθμό και στάδιο, για το μέρος κατά το οποίο οι αξιώσεις για
τόκο ανάγονται και υπολογίζονται σε χρόνο μετά την πρώτη του επόμενου
μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 45 του νομοσχεδίου διακρίνουμε ότι, το νέο επιτόκιο που προτείνεται δεν θα ισχύει για όλες τις περιπτώσεις απαιτήσεων πολιτών από το Δημόσιο. Ειδικότερα δεν θα εφαρμόζεται για:
α) τις απαιτήσεις των φορολογουμένων της παρ. 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/20131
Θυμίζουμε ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.
16 του άρθρου 72 του ν. 4174/2013: «Το άρθρο 53 παρ. 2 του Κώδικα
Φορολογικής Διαδικασίας εφαρμόζεται για αιτήσεις επιστροφής που
υποβάλλονται από την 1.1.2014 και εφεξής». Από την 01.01.2014 και μετά λοιπόν, η φορολογική Διοίκηση εφόσον διενεργεί επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς, μετά την πάροδο των 90 ημερών από την υποβολή της σχετικής αίτησης του φορολογούμενου, οφείλει να υπολογίζει και να επιστρέφει τόκους. Η τοκοφορία αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος και οι τόκοι υπολογίζονται, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις και αποφάσεις περί καθορισμού των επιτοκίων του άρθρου 53 του ν.4174/2013, μέχρι και την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού φόρου ή εισφοράς.

Βάσει αυτής της εξαίρεσης που προβλέπεται στο νομοσχέδιο, δεν θίγονται
από τις νέες προτεινόμενες διατάξεις όσα προβλέπονται για την έντοκη
επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων φόρων (εισοδήματος φυσικών και
νομικών προσώπων, παρακρατούμενων φόρων, ΦΠΑ κ.λπ.) από το Δημόσιο προς τους
πολίτες. 
β)
τις περιπτώσεις όπου σε σύμβαση, στην οποία συμβάλλεται νόμιμα το
Δημόσιο, έχει περιληφθεί ειδική πρόβλεψη σχετικά με το εφαρμοζόμενο
επιτόκιο,
γ) τις αξιώσεις ιδιωτών που στηρίζονται σε ειδικές και
ευθέως εφαρμοζόμενες διατάξεις του ενωσιακού δικαίου, με τις οποίες έχει
καθοριστεί, ρητά και ειδικά, ύψος επιτοκίου. Με την επιφύλαξη των
εξαιρέσεων αυτών, όπου στην κείμενη νομοθεσία γίνεται αναφορά ή
παραπομπή στο ύψος του οφειλόμενου από το Δημόσιο νόμιμου επιτοκίου ή
και του επιτοκίου υπερημερίας, νοείται το επιτόκιο του παρόντος.
Συνεπώς, οι νέες διατάξεις που προτείνονται δεν αφορούν συλλήβδην όλες τις περιπτώσεις έντοκης επιστροφής αξιώσεων των πολιτών από το Δημόσιο, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις.
__________________
[1] Η παρ. 2 αναφέρει τα εξής: «2. Σε περίπτωση καταβολής υπερβάλλοντος ποσού φόρου (αχρεώστητη καταβολή),
καταβάλλονται τόκοι στον φορολογούμενο για τη χρονική περίοδο από την ημερομηνία
αίτησης επιστροφής του υπερβάλλοντος ποσού φόρου μέχρι την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την επιστροφή
του, εκτός εάν η επιστροφή φόρου ολοκληρωθεί εντός ενενήντα (90) ημερών από την
παραλαβή από τη Φορολογική Διοίκηση της αίτησης επιστροφής φόρου του
φορολογουμένου. Για τους σκοπούς του προηγούμενου εδαφίου, εάν το υπερβάλλον
ποσό φόρου συμψηφιστεί με άλλες οφειλές, το ποσό θεωρείται ότι
επιστράφηκε κατά το χρόνο διενέργειας του συμψηφισμού».
Επίσης, στην με αριθμ. πρωτ.: ΔΠΕΙΣ 1198598 ΕΞ 31.12.2013 Καθορισμός των επιτοκίων του άρθρου 53 του ν.4174/2013, απόφαση του υπ. Οικονομικών, ορίζονται τα ακόλουθα: «Το ύψος του επιτοκίου υπολογισμού των τόκων της παραγράφου 2 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013
(Α΄170) που καταβάλλονται στον φορολογούμενο ορίζεται ως το επιτόκιο
πράξεων Κύριας Αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (MRO)
που ισχύει κατά την ημερομηνία ειδοποίησης του φορολογούμενου για την
επιστροφή του φόρου, πλέον πέντε και εβδομήντα πέντε (5,75) εκατοστιαίες
μονάδες, ετησίως
».

Πηγή: Taxheaven